Συνέντευξη με την εικαστικό Παρασκευή ( Βούλα ) Κούκκου.

 
Κατάγεται
απ’ την Θράκη και συγκεκριμένα την Μαρώνεια του Νομού Ροδόπης.
Είναι
αριστούχος πτυχιούχος της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών αποφοιτώντας από το Η’
εργαστήριο ζωγραφικής με καθηγητές τους Αναστάσιο Χριστάκη, Ζάφο Ξαγοράρη και
Γιάννη Κονταράτο, ενώ κατά την περίοδο 2012 – 2015 παρακολούθησε και τα
μαθήματα του Β’ Εργαστηρίου χαρακτικής με καθηγήτρια τη Βίκυ Τσαλαματά.
Από τον
Οκτώβριο του 2018 φοιτά στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Εικαστικών Τεχνών της
Α.Σ.Κ.Τ..

Συμμετέχει
στο Platforms Project 2019, που θα
πραγματοποιηθεί 16 – 19 Μαΐου 2019
στον εκθεσιακό χώρο Νίκος Κεσσανλής της ΑΣΚΤ ως μέλος της ομάδας της ανεξάρτητης
διαδικτυακής πλατφόρμας ITSONLYARTS ( Booth 60 ).


Ζ.Κ. Γεννήθηκες στη Μαρώνεια, ένα μικρό χωριό της Θράκης, μια γεωγραφική
περιοχή με πολλές ιδιαιτερότητες.
Π.Κ. Γεννήθηκα στη Μαρώνεια και μεγάλωσα
κοντά στη φύση, με ανθρώπους απλούς που δεν έκρυβαν τα συναισθήματά τους. Από
μικρό παιδί έμαθα να κεντάω, να γνέθω, να τυλίγω κουβάρια μαλλιού από πρόβατα,
να μιλάω τη λαϊκή γλώσσα των αισθήσεων και να παρακολουθώ τις αλλαγές της φύσης
στο συνεχές που ενώνει τη ζωή με τον θάνατο.
Ζ.Κ. Η επαφή με το φυσικό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσες σε τι βαθμό επηρέασε
εξαρχής το εικαστικό σου έργο;
Π.Κ. Το φυσικό περιβάλλον μέσα στο οποίο
μεγάλωσα αλλά και η εμπειρία μου σε παραδοσιακές χειρωνακτικές εργασίες άσκησαν
μεγάλη επίδραση στο έργο μου. Μέσω των φυσικών υλικών που χρησιμοποιώ όπως το
μαλλί, το βαμβάκι και το κερί, διοχετεύω την ενέργεια της φύσης αλλά κι αντλώ
απ’ αυτήν, για να εξετάσω την ιδέα της μετάβασης από τη ζωή στον θάνατο, και
τους τρόπους με τους οποίους αντιμετωπίζουμε τον φόβο της απώλειας, της
μοναξιάς και της αποξένωσης.


Ζ.Κ. Tα υλικά που χρησιμοποιείς σου είναι γνώριμα και πολύ
οικεία. Προέρχονται εξ ολοκλήρου από φυσικές πρώτες ύλες και μεταποιώντας τα
φαίνεται πως δημιουργείς δομικά στοιχεία, όπου χτίζεις πάνω τους έννοιες και
πλάθεις αφηγήματα που ξεδιπλώνονται μέσω της έκθεσής τους στο κοινό.
Π.Κ. Χρησιμοποιώ φυσικά υλικά γιατί όπως ήδη ανέφερες μου
είναι οικεία και μου δίνουν τη δυνατότητα να πω αυτά που θέλω. Η χειρωναξία
ανοίγει διάλογο με μορφές πνευματικής άσκησης και υπαρξιακής αναζήτησης.
Δημιουργώ κουβάρια από κερί μέλισσας και βαμβάκι και μέσα απ’ τη διαδικασία του
τυλίγματος, τα υλικά μεταμορφώνονται σε κάτι πιο δυνατό. Η καύση των κουβαριών
εικονοποιεί την απώλεια, το εφήμερο της ζωής και τον φόβο του ανθρώπου για τον
θάνατο. Τέλος, τα κουβάρια αλλάζουν μορφή: Μένει η στάχτη, όπου κι αυτή όμως
φέρει την ενέργειά τους.
Με αυτόν τον τρόπο προσπαθώ να μεταπλάσω παραδοσιακά
πολύτιμα αντικείμενα του παρελθόντος ώστε να μπορέσω να εξετάσω το νόημα, τις
ιδιότητες και τις λειτουργίες τους σήμερα. Τα δομικά στοιχεία των έργων μου
σχετίζονται με τις έννοιες της ατομικής και συλλογικής μνήμης που ενυπάρχουν
στην ελληνική λαϊκή παράδοση και αναφέρονται σε αξίες κι αρετές του
παρελθόντος, ικανές να μας αφυπνίσουν πνευματικά ακόμα και σήμερα,
διαμορφώνοντας έτσι τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τη σημερινή
πραγματικότητα.



Ζ.Κ. Στο Platforms Project 2019 θα παρουσιάσεις ένα κομμάτι από μια αρκετά μεγάλη
ενότητα δουλειάς, την οποία ξεκίνησες λίγα χρόνια πριν και συνεχίζεται μέχρι
και σήμερα (
Project in progress ), έχοντας ως σημείο εκκίνησης για την πραγματοποίησή
του και την καθημερινή σου παράλληλη επαγγελματική απασχόληση στο δημόσιο
Νοσοκομείο το οποίο εργάζεσαι.
Π.Κ. Ζω κι εργάζομαι στην Αθήνα εδώ κι αρκετά χρόνια. Η
πρωινή μου δουλειά στο Νοσοκομείο με φέρνει πολύ κοντά στον πόνο των ανθρώπων
κι αυτό έπαιξε σημαντικό ρόλο στο ξεκίνημα. Για δύο χρόνια συνέλλεγα δάκρυα
ανθρώπων διαφορετικών
ταυτοτήτων: θρησκευτικών, εθνικών,
γλωσσικών, ταξικών, ηλικιακών, φυλετικών. Αυτά τα ίχνη συγκίνησης τα μεγέθυνα
κοιτώντας τα στο μικροσκόπιο, με στόχο να εξερευνήσω τον τρόπο με τον οποίο
συνδέονται και συνομιλούν. Έτσι ανακάλυψα έναν κοινό τόπο όπου συναντιούνται
όλοι οι άνθρωποι: τον τόπο των δακρύων. Έναν τόπο όπου μιλιέται μια παγκόσμια
γλώσσα επικοινωνίας και συντελείται μια πανανθρώπινη συλλογική εμπειρία που
επιτρέπει στο «εγώ» να γίνει «εμείς».
Η περιπλάνησή μου σ’ αυτό το παράξενο τοπίο, όπου οι
εικόνες αυτές δίνουν μια αίσθηση ομοιότητας και συνέχειας, χωρίς όμως στην
πραγματικότητα να είναι η μια ίδια με την άλλη, αποδόθηκε εικαστικά με τη
δημιουργία βίντεο, φωτογραφιών και ζωγραφικών έργων. Οι εικόνες που προέκυψαν
θυμίζουν κοσμήματα, κεντήματα, διάκοσμο βυζαντινών εκκλησιών, δορυφορικές
εικόνες αλλά συγχρόνως παραπέμπουν και σε μικρούς πλανήτες, χάρτες, απόκοσμα
πλάσματα, ζώα κι αλλόκοτα ζευγαρώματα όπως περιγράφονται μέσα στους μύθους και
τους θρύλους των παραδόσεων, στέλνοντας απόηχους μηνυμάτων έντονα συνδεδεμένους
με τη συναισθηματική, εθνική, ιστορική και φυλετική μας ταυτότητα.

Ζ.Κ. Τα δάκρυα και η διαδικασία παραγωγής τους ( κλάμα ) με την οποία γίνονται
κι αισθητά ( ορατά ) είναι ταυτόσημα με τον πόνο, τη θλίψη, την απώλεια και
γενικά με οτιδήποτε εμπεριέχει έντονη συναισθηματική φόρτιση, κυρίως αρνητική.
Βεβαίως μπορεί να είναι κι ακριβώς το αντίθετο, όπως π.χ. τα δάκρυα χαράς.
Είναι μόνο αυτά ή μήπως μέσα από την εικαστική προσέγγιση αποκτούν και μια άλλη
διαφορετική διάσταση;
Π.Κ. Το κλάμα αποτελεί ένα στοιχείο έκφρασης του πόνου
στα πλαίσια της παγκόσμιας ψυχής και διατυπώνει την «εγκόσμια πίκρα» και τα
ψυχικά αδιέξοδά της μέσω της εικόνας των δακρύων.
Οπτικοποιώντας τα δάκρυα προσπαθώ να καταδείξω την
υλικότητα του πόνου, την υλικότητα του συναισθήματος. Μέσα από τα έργα μου
προτρέπω τον θεατή να στοχαστεί πάνω σε θέματα συναισθηματικής φύσης κι
επικοινωνίας και να απαντήσει αν η έκφραση του συναισθήματος μπορεί να
«ξορκίσει» τον φόβο και την αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου.

Ζ.Κ. Συναισθήματα, δάκρυα και στερεότυπα: Πρόκειται για έννοιες συναφείς ή αποκλίνουσες;
Π.Κ. Τα συναισθήματα δεν είναι απλά τυχαία στιγμιαία
συμβάντα αλλά στοχεύουν προς το μέλλον. Ο τρόπος που θέλω να είναι κάτι είναι
μια μορφοποιητική ορμή, η κλήση ουσιαστικά για να πλάσουμε κάτι.
Είναι τρόπος επικοινωνίας με τους σημαντικούς για μας
ανθρώπους, συστηματοποιούν τη σχέση μας μαζί τους και είναι η γλώσσα μέσω της
οποίας οικοδομούμε και κατασκευάζουμε τις διαπροσωπικές σχέσεις. Ενέχουν πιθανά
και πρόθεση.
Τα δάκρυα δημιουργούν εικόνες, μικρές και αποσπασματικές,
που όταν ενωθούν γίνονται ο χώρος όπου θα φωλιάσουν τα συναισθήματα. Το παλιό
έρχεται και συναντά το νέο και κάπου εκεί το στερεότυπο.
Εύκολα συμπεραίνεις λοιπόν πως πρόκειται για μια υπαρκτή
αλληλουχία σχέσεων, για μια ενότητα δεμένη ως προς τα μέρη της, όπου το
συναίσθημα θα βρει το δάκρυ και εν συνεχεία θα δημιουργηθεί το δίλημμα του
στερεότυπου.
Συναισθηματικά μπορούμε να μάθουμε, έτσι ώστε όλα τα
δάκρυα να μπορούν να ξεπλένουν τις στερεοτυπικές δυσμορφίες, διαφυλάσσοντας την
αρχική συνάφεια των εννοιών σε όλη την πορεία που διαγράφουμε ως οντότητες.