5 Οκτωβρίου 2024

Ατομική έκθεση της Αλεξάνδρας Μαράτη “PHANTASMA-GO-RIA”.

Εγκαίνια Έκθεσης: 


15 Μαρτίου 2019, ώρα 20:00

Διάρκεια έκθεσης:
15.03.19 – 22.04.19

Η
Αλεξάνδρα Μαράτη παρουσιάζει 
τη νέα 


της εκθεσιακή ενότητα PHANTASMA-GO-RIA 


στη γκαλερί
σύγχρονης τέχνης 


Donopoulos International Fine Arts στη
Θεσσαλονίκη.

Έργα
ζωγραφικά, φτιαγμένα με ακρυλικά χρώματα και σπρέι και μια επιδαπέδια/εναέρια
εγκατάσταση από κατοπτρικές πλάκες μαγνητικού υλικού που προσαρμόζεται in situ.
Οι ιστορίες που αφηγείται με τα παραπάνω μέσα, αφορούν έναν αντιφατικό κόσμο
πραγματικού και φαντασιακού, που βρίσκεται σε σύγκρουση στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις
με όλες τους τις παθογένειες αλλά και τις ανοικτές δυνατότητες τους .
Η
ιστορικός τέχνης Θούλη Μισιρλόγλου γράφει  “Στα έργα της Αλεξάνδρας Μαράτη είναι
καλύτερα να αφεθούμε στην ατμόσφαιρα και στη προσπάθεια όχι τόσο να τα
αποκωδικοποιήσουμε, όσο να διατυπώσουμε περισσότερα ερωτηματικά απ’ όσα
ενδεχομένως επιτρέπει οποιαδήποτε προσπάθεια ερμηνείας.
 Πρόκειται για ένα είδος φουτουριστικής εμπόλεμης
ζώνης; Αν συμφωνήσει κανείς σ’ αυτή την ψυχολογική περισσότερο, και όχι
αναλυτική, υπόθεση, ήδη φτάνει σε μια ερμηνεία η οποία βασίζεται στην εικόνα,
στην εικονογραφία και τη συνολική διαχείριση των μέσων της ζωγραφικής. Αν
μιλήσει κανείς περισσότερο σε σχέση με τη συνθετική δομή, λαμβάνοντας βεβαίως
ξανά υπόψη τις καθαρά ζωγραφικές ποιότητες των έργων, μπορεί να μιλούσε
ταυτόχρονα για ένα είδος τεκτονικών (ζωγραφικών) πλακών. Συναιρώντας κατά
κάποιο τρόπο τα δύο, τα έργα λειτουργούν ως ταξίδι σ’ έναν απροσδιόριστο
χωροχρόνο, άρα στο φαντασιακό και εν ολίγοις στη σχεδόν μυστικιστική
ανθρωπογεωγραφία.
Το δυστοπικό σύμπαν της, τεχνικώς άρτιο και
μελετημένο, γίνεται οθόνη προβολής: σκηνικών επεισοδίων, οραμάτων, μυθιστορίας,
φόβων και του εξορκισμού τους. Για ένα σενάριο που γράφει η ίδια και περιμένει
τους νέους πρωταγωνιστές του. Εμάς.”
Και αναλύει
ο ιστορικός τέχνης Hartwig Knack από τη Βιέννη: Τα
ζωγραφικά έργα και οι εγκαταστάσεις της Αλεξάνδρας Μαράτη αφηγούνται με
συμβολικό τρόπο την ανθρώπινη ύπαρξη με όλες της τις αντιφάσεις, τις θετικές
της ουτοπίες, τα παράδοξα, τις χαοτικές δομές της και ψυχικές της καταδύσεις. Η
καλλιτέχνις ερευνά ζητήματα της ύπαρξης σχετικά με το πραγματικό και το
φαντασιακό, την εξουσία και την αντιεξουσία, την εκμετάλλευση και τις
προεκτάσεις της, την απομόνωση και την ανωνυμία που βιώνουν οι άνθρωποι στον μολώχ
των μεγαλουπόλεων.
Ρομπότ,
συχνά ακαθόριστης μορφής οχήματα και ιπτάμενα αντικείμενα εποικούν
δυσδιάκριτους αρχιτεκτονικούς χώρους, οι οποίοι αφήνουν την αίσθηση μιας
κρυσταλλικής διαφάνειας ή άλλοτε μιας βαριάς τούβλινης ή μεταλλικής κατασκευής.
Μέσα από τις κατασκευές αυτές οι χώροι επεκτείνονται και ταυτόχρονα τείνουν να
εξαϋλωθούν. Το παρόν και ένας άγνωστος επικείμενος χρόνος εμφανίζονται
αυτοστιγμεί, εμπλέκονται μεταξύ τους για να αποχωριστούν άμεσα και πάλι.   
Η
εφαρμογή του πινέλου, του σπρέι χρώματος και των στένσιλ που φτιάχτηκαν από την
ίδια την καλλιτέχνη δημιουργούν συχνά εντελώς διάφανες ακουαρελίστικες και
άλλοτε πυκνές αδιαπέραστες χρωματικές επιφάνειες.
Η
καλλιτέχνις δεν προτείνει κλασικές λύσεις προοπτικής για τη προσέγγιση του
χώρου. Ο παρατηρητής σχεδόν καλείται με έναν επαναλαμβανόμενο, οπτικά
διαδραστικά τρόπο, να επαναπροσδιορίσει το στίγμα των έργων.
Συμπλέγματα
σε σχήμα
matrix που παραπέμπουν σε ευσταθή ή ετοιμόρροπα πολυώροφα
κτίρια αντικρίζουν πορτοκαλί, μπλε ή αχνοπράσινα φωτισμένα ενεργειακά πεδία. Η συχνά ομιχλώδης και ανέλπιδη ατμόσφαιρα
των έργων δεν αποτελεί μόνο φαντασιακή ουτοπική ματιά στο μέλλον αλλά και
καθρέφτη της εποχής μας.
Κάθε
λεπτομέρεια στα έργα εμφανίζεται ενεργειακά φορτισμένη. Ανάλογα με την οπτική
γωνία αλλάζει η μορφή και το περιεχόμενο δομής και αντικειμένου. Συγκεκριμένα
αρχιτεκτονικά σχήματα εναλλάσσονται σε οργανικούς χώρους, σε σπίτια με
φοινικιές και καταπράσινους κήπους. Το ιδιωτικό γίνεται δημόσιο, η φωσφορίζουσα
ομίχλη γεννά φαντάσματα και φως ενώ ταυτόχρονα εκπέμπει ανυπολόγιστη ενεργειακή
ακτινοβολία.
Στην
εποχή της παγκόσμιας μετανάστευσης, το επιδαπέδιο έργο με τον τίτλο “
Bridges  αποτελεί
μαζί με τα ζωγραφικά έργα μια αυτόνομη εγκατάσταση στο χώρο, πιο επίκαιρη από
ποτέ. Μια νοητή γέφυρα ανάμεσα σε ανατολή και δύση ως θετικό στοιχείο ελπίδας
και εμπιστοσύνης στο μέλλον. Τα φωτεινά σχέδια και οι φωσφορίζουσες αποχρώσεις
των έργων – ροζ, πορτοκαλί, μπλε, βιολετί, κίτρινο και πράσινο –
αντικατοπτρίζονται σε μια συνεχώς μεταβαλλόμενη τροχιά.
Η ροή
της ενέργειας από κάτω προς τα πάνω και αντίρροπα, διαχέει “αισθητικά”  μηνύματα ελπίδας.
ένας βαθύτατα ρομαντικός στοχασμός: το
καθρέφτισμα του Οικουμενικού στο Γήινο ή αλλιώς ένας δημιουργικός και γόνιμος
διάλογος, η αντανάκλαση πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη.
Donopoulos International Fine Arts
Αγ.Θεοδώρας 3 / 54623
Θεσσαλονίκη
Τηλ. +30 2310.552.633
ifa@donopoulos.gr
www.donopoulos.gr
Ώρες λειτουργίας
Τρίτη-Πέμπτη-Παρασκευή
11:00-14:00 & 18:00-21:00
Σάββατο
11:00-15:00

Το να
γράφει κανείς για έργα σύγχρονης τέχνης σχεδόν τη στιγμή που δημιουργούνται
εγκυμονεί πάντα κινδύνους: από μία άποψη επειδή το παρόν δεν μπορεί να
προβληθεί ακόμη στην ιστορία και την σχετική ασφάλεια της χρονικής (αλλά και
ψυχικής) απόστασης. Από άλλη άποψη γιατί έτσι κι αλλιώς τα εικαστικά έργα δεν
αποκωδικοποιούνται με τον τρόπο που θα ήθελε ενδεχομένως το κοινό. Εξηγούνται
επακριβώς οι σύγχρονες εικαστικές αναπαραστάσεις; Σημαίνουν κάτι τόσο
συγκεκριμένο που αυτή η ερμηνεία μπορεί να αποκλείει οποιαδήποτε άλλη; Από πού
προκύπτει η εμπειρία του δημιουργού τους, αλλά και η εμπειρία που τελικά
κατορθώνουν να αποτυπώσουν πάνω μας;
Στην
περίπτωση της Αλεξάνδρας Μαράτη και των καινούριων έργων
της, πρέπει μάλλον να αφεθούμε χωρίς δισταγμό στην αμηχανία που προκαλεί μια
ακόμη τόσο νέα παραγωγή και μαζί να αφεθούμε και στο στενό περιθώριο που μας
αφήνει η χρονική εγγύτητα. Με άλλα λόγια να αφεθούμε στην ατμόσφαιρα των έργων
και στην προσπάθεια όχι τόσο να τα αποκωδικοποιήσουμε, όσο να διατυπώσουμε
περισσότερα ερωτηματικά απ’ όσα ενδεχομένως επιτρέπει οποιαδήποτε προσπάθεια
ερμηνείας, ακόμη κι αν αυτό μοιάζει επικίνδυνο. Η τέχνη εν γένει άλλωστε είναι
μια πράξη που πραγματοποιείται εν κινδύνω ήδη από τη γέννησή της, μέσα από κάθε
πίνακα και κάθε ξεχωριστό έργο. 
Τα
έργα της Αλεξάνδρας Μαράτη μας το επιβεβαιώνουν. Όχι μόνο γιατί φανερώνουν
πολλή και κοπιώδη χρωματική και συνθετική μελέτη, αλλά και γιατί οι ίδιες οι
αναπαραστάσεις της συντελούνται μέσα σε ένα περιβάλλον κινδύνου. Σκοτεινές
χρωματικές παλέτες, άνθρωποι-μηχανές, οχήματα σκληρής μεταλλικής δομής, έντονες
αντιπαραθέσεις σκιάς-φωτός. Πρόκειται για ένα είδος φουτουριστικής εμπόλεμης
ζώνης; Αν συμφωνήσει κανείς σ’ αυτή την ψυχολογική περισσότερο, και όχι
αναλυτική, υπόθεση, ήδη φτάνει σε μια ερμηνεία η οποία βασίζεται στην εικόνα,
στην εικονογραφία και τη συνολική διαχείριση των μέσων της ζωγραφικής. Αν
μιλήσει κανείς περισσότερο σε σχέση με τη συνθετική δομή, λαμβάνοντας βεβαίως
ξανά υπόψη τις καθαρά ζωγραφικές ποιότητες των έργων, μπορεί να μιλούσε
ταυτόχρονα για ένα είδος τεκτονικών (ζωγραφικών) πλακών. Συναιρώντας κατά
κάποιο τρόπο τα δύο, τα έργα λειτουργούν ως ταξίδι σ’ έναν απροσδιόριστο
χωροχρόνο, άρα στο φαντασιακό και εν ολίγοις στη σχεδόν μυστικιστική
ανθρωπογεωγραφία. Αυτό που βλέπουμε αναγνωρίζεται στενώς εικονιστικά, όμως
κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά τι τελικά συμβαίνει.
Ο
Ίνγκμαρ Μπέργκμαν έλεγε ότι ο κινηματογράφος, όταν δεν είναι ντοκουμέντο, είναι
όνειρο. Ευτυχώς στη ζωγραφική έτσι κι αλλιώς ντοκουμέντο δεν υπάρχει. Έτσι το
συγκεκριμένο είδος διασώζει τη μαγεία του, το όνειρο, τη δυνατότητα να
ζω-γραφίζεται, να αναπαρίσταται δηλαδή και το αδύνατο, το σχεδόν μη
αναπαραστάσιμο. Ο φανταστικός κόσμος της Αλεξάνδρας Μαράτη, κινηματογραφικός σε
μεγάλο βαθμό, είναι μια επινόησή της από το «πουθενά» που έρχεται «εδώ», ένα
μάλλον δυστοπικό σύμπαν, τεχνικώς άρτιο και μελετημένο, το οποίο γίνεται οθόνη
προβολής: σκηνικών επεισοδίων, οραμάτων, μυθιστορίας, φόβων και μάλλον και του
εξορκισμού τους. Δεν σου θυμίζει τίποτα που ήξερες και ίσως έχεις ξεχάσει,
αντίθετα σου θυμίζει εκείνο που μπορείς μόνο να φανταστείς. Για ένα σενάριο που
γράφει η ίδια και περιμένει τους νέους πρωταγωνιστές του. Εμάς.
Θούλη
Μισιρλόγλου
Ιστορικός
τέχνης
Αύγουστος
2018
Dimensionen, Perspektiven, Zuversicht
Aspekte
der Utopie in der Kunst Alexandra Maratis
Alexandra
Maratis Gemälde und installative Arbeiten sind narrative Sinnbilder des
menschlichen Daseins mit all seinen Widersprüchen, positiven Utopien,
Paradoxien, chaotischen Strukturen und Abgründen. Die Künstlerin thematisiert
vieles, bis hin zu existenziellen Fragen nach Realität und Fiktion, Macht und
Ohnmacht, Ausbeutung und Imperialismus, Krieg und Zerstörung, Verlust,
Einsamkeit, Gastfreundschaft und Ausgrenzung, Vereinzelung und Anonymität des
Menschen im Moloch der Großstädte.
Das
Visionäre wie auch Wirkliche spielen ihren Arbeiten gleichermaßen nicht zu
unterschätzende Rollen. Die Künstlerin zeigt uns meist urbane Szenerien, von
denen wir nicht wissen, ob sie einladenden oder abweisenden Charakters sind, ob
sie weit in der Zukunft liegen oder ob wir selbst Teil des Dargestellten sind.
Roboter, nicht immer klar definierbare Fahrzeuge und Flugobjekte bevölkern
unübersichtliche Architekturen, die in ihrem transparent-kristallinen,
massiv-backsteinähnlichen oder metallischen Charakter wuchern und sich
gleichzeitig aufzulösen scheinen. Die Gegenwart wie auch eine indifferente
bevorstehende Zeit manifestieren sich in einem Augenblick, verschmelzen
miteinander, um sich postwendend wieder voneinander zu separieren.
Die
Künstlerin vermeidet es ihren Konstruktionen ein unmissverständliches Oben und
Unten zu verleihen, wodurch sich offene virtuelle, tatsächliche oder
gedankliche Räume eröffnen. Ihre Motive sollen „beweglich bleiben und nicht
stagnieren“, sagt sie im Gespräch und ergänzt, dass sie ihre Bilder von allen
vier Seiten her malt. So ergeben sich verschachtelte Wirkungsfelder,
zerklüftete Sektoren, sich überschneidende Perspektiven moderner
Stadtlandschaften oder komplexerer Biotope, die facettenreiche
Assoziationsfelder bieten. Es handelt sich gleichsam um interaktive Bilder, die
unterschiedliche Blickwinkel offerieren und einen Aufforderungscharakter haben
gedanklich oder emotional weiterentwickelt zu werden.
Überlegungen zur Darstellung des Raumes als
Vertiefungsebenen sind ebenso wesentlicher Bestandteil der Bildkompositionen
. Ihre Arbeit mit Pinsel, Spraylack und eigens
gefertigten Schablonen lässt den Farbauftrag mal aquarellartig durchscheinend
und mal undurchdringlich dicht erscheinen.
Die Künstlerin bietet keine klassische zentralperspektivische Lösung an, um die Bildräume
zu erschließen.
Die
Betrachter werden quasi angehalten ihren Standpunkt visuell aktiv immer wieder
neu zu definieren. Matrixartigen Gitterstrukturen, die mal an solide, mal an
einstürzende Hochhäuser denken lassen, stehen orangene, blaue oder punktuell in
einem hellen Grün leuchtende Energiezentren gegenüber. Offen zugängliche
Interieurs finden sich Seite an Seite mit schwebenden bunkerähnlichen
Behausungen, fliegenden Kampfjets und orientierungslosen bewaffneten Figuren,
die an auratisch umfangene Comicfiguren erinnern. Eine kaum zu überblickende
Flut von Szenen innerhalb eines Gemäldes lässt permanent neue Zusammenhänge
entstehen, die einzelnen Bildelemente treten immer wieder auf unterschiedliche
Weise zueinander in Beziehung. Man verknüpft individuell, eine übergeordnete
Leserichtung der Motive ist nicht gegeben, so dass jeder und jede am Prozess
des Findens von Geschichten teilhaben, individuell ins Bild einsteigen und
gemachte Entdeckungen weiterspinnen kann.
Die
oft nebulöse und desperate Stimmung der Arbeiten ist aber nicht nur ein
fiktionaler utopischer Blick in die Zukunft, sondern auch ein Spiegel unserer
Zeit. Die Bilder sind immer auch als Reaktionen auf die Bedrohung des Lebens
durch Gewalt, Terror, Umweltzerstörung und Krieg zu verstehen. Realität des
Alltags vermittelt sich in der Künstlichkeit der Leinwände, Wirklichkeit wird
in den Werken dynamisiert und stellt sich in rastloser Bewegung und ständigem
Wandel ambivalent dar. Jedes Detail der Bilder scheint energetisch aufgeladen.
Je nach Blickwinkel verändern Objekte und Strukturen ihre Erscheinungsform und
Inhaltlichkeit. Konkrete Architekturen wechseln zu vegetabilen Orten,
palmenumsäumten Häusern oder immergrünen Gärten. Privates wird öffentlich,
phosphoreszierende Nebel schaffen Trugbilder und liefern Licht, geben aber
gleichzeitig unkalkulierbare Strahlungsenergie ab, Menschen mutieren zu
androiden Wesen. Neue gesellschaftliche Konstellationen entwickeln sich,
urbanes Leben wird zu einem Organismus, der kaum noch zu kontrollieren ist.
In
einer Zeit weltweiter Migration kann die Bodenarbeit mit dem Titel „Bridges“,
die zusammen mit den Gemälden eine in sich geschlossene Rauminstallation
bildet, kaum aktueller sein: Sie stellt eine fiktive Brücke zwischen Westen und
Osten dar, die als positives Element Hoffnung und Vertrauen in die Zukunft
vermittelt. Die aus spiegelnden Stahlmagnetplatten aufgebaute Plastik besteht
aus mehreren flexiblen Modulen, in die mittels Laserstrahltechnik partiell
geometrische Muster geschnitten wurden, welche an Grundrisse oder das
Straßenrastersystem großer Metropolen erinnern. Der pyramidenförmige Teil der
Bodenarbeit ist wie vieles andere der Installation in seinem Sinngehalt
zerrissen. Einerseits lässt er an futuristische Wohnblocks oder an eine ganze
Stadt denken, die ein beklemmendes Panorama einer durch soziale Kälte,
gesellschaftliche Entfremdung und Anonymität bestimmten Welt bieten. Andererseits
nimmt das pyramidale Konstrukt Licht und Farbe auf und reflektiert seine
Umgebung als eine Art positives Zukunftsbild. Leuchtende Motive und
phosphoreszierende Farben in den Gemälden – rosa, pink, orange, blau, violett,
gelb und grün – entwickeln in der Spiegelung unvermittelt ein sich ständig
veränderndes Eigenleben. Wie in einem Kräfteaustausch scheint die Energie als
ästhetische Botschaft der Hoffnung von unten nach oben und umgekehrt zu
pulsieren und zu fließen. Die einzelnen Stufen der Pyramide spiegeln sich zudem
in sich selbst und konstituieren sich mit zum Teil verzerrten Projektionen der
Gemälde als Bild auf geheimnisvolle Art und Weise immer neu. Ein zutiefst
romantisches Gedankenspiel: Die Spiegelung des Universellen im Irdischen – oder
anders: Ein schöpferischer, sich gegenseitig befruchtender Dialog, das
Reflektieren auf die menschliche Existenz.
Hartwig Knack
Kunsthistoriker und Kulturwissenschaftler
Februar 2019


ΕΠΙΠΕΔΑ
ΠΡΟΟΠΤΙΚΗΣ και ΘΕΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Η
έννοια της ουτοπίας στη τέχνη της 

Αλεξάνδρας Μαράτη
Τα ζωγραφικά έργα και οι
εγκαταστάσεις της Αλεξάνδρας Μαράτη αφηγούνται με συμβολικό τρόπο την ανθρώπινη
ύπαρξη με όλες της τις αντιφάσεις, τις θετικές της ουτοπίες, τα παράδοξα, τις
χαοτικές δομές της και ψυχικές της καταδύσεις. Η καλλιτέχνις ερευνά ζητήματα
της ύπαρξης σχετικά με το πραγματικό και το φαντασιακό, την εξουσία και την
αντιεξουσία, την εκμετάλλευση και τις προεκτάσεις της, τον πόλεμο και την
καταστροφή, την απώλεια και την μοναξιά, τη φιλικότητα και τον αποκλεισμό, την
απομόνωση και την ανωνυμία που βιώνουν οι άνθρωποι στον μολώχ των
μεγαλουπόλεων.
Το οραματικό και το πραγματικό
παίζουν στα έργα της έναν εξίσου σημαντικό ρόλο. Πρόκειται για αστικά τοπία,
όπου δύσκολα γίνεται αντιληπτό, αν μας προσελκύουν ή μας απωθούν, αν βρίσκονται
στο μακρινό μέλλον ή αν εμείς οι ίδιοι αποτελούμε μέρος της αναπαράστασης τους.
Ρομπότ, συχνά ακαθόριστης
μορφής οχήματα και ιπτάμενα αντικείμενα εποικούν δυσδιάκριτους αρχιτεκτονικούς
χώρους, οι οποίοι αφήνουν την αίσθηση μιας κρυσταλλικής διαφάνειας ή άλλοτε
μιας βαριάς τούβλινης ή μεταλλικής κατασκευής.
Μέσα από τις κατασκευές αυτές
οι χώροι επεκτείνονται και ταυτόχρονα τείνουν να εξαϋλωθούν.
Το παρόν και ένας άγνωστος επικείμενος
χρόνος εμφανίζονται αυτοστιγμεί, εμπλέκονται μεταξύ τους για να αποχωριστούν
άμεσα και πάλι.  
Η καλλιτέχνις αποδίδει στις
κατασκευές της με τρόπο όχι προφανή, την
επάνω και κάτω
διάσταση, αποκαλύπτοντας χώρους πραγματικούς, νοητούς ή και
εικονικούς.
Η ίδια σε συνομιλία αναφέρει: “οι
μορφές της θέλει να παραμένουν κινούμενες και όχι στάσιμες αφού τα έργα
ζωγραφίζονται και από τις τέσσερις πλευρές τους”.
Έτσι προκύπτουν εγκυβωτισμένα
πεδία δράσης, μέρη σε κενό, επικαλυπτόμενες προοπτικές σύγχρονων αστικών τοπίων
ή πιο περίπλοκων βιότοπων, οι οποίοι δημιουργούν πολύμορφους συσχετισμούς. Πρόκειται
συγχρόνως για διαδραστικές εικόνες από διαφορετικές οπτικές γωνίες που
προκαλούν είτε με τη σκέψη είτε με το συναίσθημα την εικόνα μιας προσδοκόμενης
εξέλιξης.
Την απασχολεί επίσης, ως
βασικό στοιχείο της ζωγραφικής σύνθεσης των έργων, η εμβάθυνση των επιπέδων στο
χώρο.
Η εφαρμογή του πινέλου, του σπρέι
χρώματος και των στένσιλ, που φτιάχτηκαν από την ίδια την καλλιτέχνη,
δημιουργούν συχνά εντελώς διάφανες ακουαρελίστικες και άλλοτε πυκνές
αδιαπέραστες χρωματικές επιφάνειες.
Η καλλιτέχνις δεν προτείνει
κλασικές λύσεις προοπτικής για την προσέγγιση του χώρου. Ο παρατηρητής σχεδόν
καλείται με έναν επαναλαμβανόμενο, οπτικά διαδραστικό τρόπο, να επαναπροσδιορίσει
το στίγμα των έργων.
Συμπλέγματα σε σχήμα matrix που παραπέμπουν σε ευσταθή ή ετοιμόρροπα πολυώροφα
κτίρια αντικρίζουν πορτοκαλί, μπλε ή αχνοπράσινα φωτισμένα ενεργειακά πεδία. Η συχνά ομιχλώδης και ανέλπιδη ατμόσφαιρα
των έργων δεν αποτελεί μόνο φαντασιακή ουτοπική ματιά στο μέλλον αλλά και
καθρέφτη της εποχής μας.
Εύκολα προσβάσιμοι εσωτερικοί
χώροι στέκουν πλάϊ – πλάϊ  με μετέωρα
καταφύγια, ιπτάμενα πολεμικά
jets και οπλισμένες πλανώμενες
μορφές, χωρίς προσανατολισμό, οι οποίες θυμίζουν φασματικές φιγούρες των
comics.
Ένας χείμαρρος από σκηνές μέσα
στον ίδιο πίνακα, επιτρέπει νέους συνειρμούς, μεμονωμένα ζωγραφικά στοιχεία
επανεμφανίζονται με διαφορετικούς τρόπους στη μεταξύ τους σύνδεση.
Οι συσχετισμοί είναι τόσο
εξατομικευμένοι, ώστε δεδομένη ανάγνωσή τους  δεν είναι εφικτή, και ο καθένας μας μπορεί να
συμμετέχει στη διαδικασία της επινόησης και της συνέχισης του αφηγήματος.
Οι εικόνες κρύβουν αντίδραση
ενάντια στην απειλή της βίας, του τρόμου, της οικολογικής καταστροφής και του
πολέμου.
Η πραγματική ζωή μεταδίδεται
στον καμβά με εικαστική επιτήδευση, η αλήθεια δυναμιτίζεται και προβάλλεται
μέσω μιας αέναης κίνησης και συνεχόμενης εναλλαγής με τρόπο αμφίσημο. Κάθε
λεπτομέρεια στα έργα εμφανίζεται ενεργειακά φορτισμένη. Ανάλογα με την οπτική
γωνία αλλάζει η μορφή και το περιεχόμενο δομής και αντικειμένου. Συγκεκριμένα
αρχιτεκτονικά σχήματα εναλλάσσονται σε οργανικούς χώρους, σε σπίτια με
φοινικιές και καταπράσινους κήπους.
Το ιδιωτικό γίνεται δημόσιο, η
φωσφορίζουσα ομίχλη γεννά φαντάσματα και φως ενώ ταυτόχρονα εκπέμπει
ανυπολόγιστη ενεργειακή ακτινοβολία. Άνθρωποι μετατρέπονται σε ανδροειδή,
δημιουργούνται νέα κοινωνικά σχήματα, η αστική ζωή, ως οργανισμός, δεν μπορεί
πια να ελεγχθεί.
Στην εποχή της παγκόσμιας
μετανάστευσης, το επιδαπέδιο έργο με τον τίτλο
BRIDGES  αποτελεί μαζί με τα ζωγραφικά έργα μια
αυτόνομη εγκατάσταση στο χώρο, πιο επίκαιρη από ποτέ. Μια νοητή γέφυρα ανάμεσα
σε ανατολή και δύση ως θετικό στοιχείο ελπίδας και εμπιστοσύνης στο μέλλον.
Κατοπτρικές πλάκες μαγνητικού
ανοξείδωτου οικοδομούν μια γλυπτική κατασκευή με περισσότερα ευέλικτα δομικά
στοιχεία, τα οποία εν μέρει επιφέρουν 
εγκοπές τεχνικής
laser με γεωμετρικά σχήματα. Αυτά
θυμίζουν σχεδιαγράμματα ή συστήματα ράστερ των Μητροπόλεων.
Η πυραμιδοειδής κατασκευή,
όπως και άλλα μέρη της εγκατάστασης, διασπώνται εννοιολογικά. Από τη μια πλευρά
μοιάζει με φουτουριστικό οικοδόμημα ή θυμίζει σκηνικό πόλης που διακρίνονται
από μια αίσθηση ψυχρότητας, αποξένωσης και ανωνυμίας. Από την άλλη η πυραμίδα
απορροφά χρώμα και φως αντανακλώντας τον περιβαλλοντικό της χώρο ως μια εικόνα
στο μέλλον με θετική αύρα.
Φωτεινά σχέδια και
φωσφορίζουσες αποχρώσεις των έργων – ροζ, πορτοκαλί, μπλε, βιολετί, κίτρινο και
πράσινο – αντικατοπτρίζονται σε μια συνεχώς μεταβαλλόμενη τροχιά.
Η ροή της ενέργειας από “κάτω
προς τα πάνω” και αντίρροπα, διαχέει “αισθητικά”  μηνύματα ελπίδας.
Τα επιμέρους επίπεδα της
πυραμίδας ακόμα δημιουργούν αντικατοπτρισμό και συμβάλλουν στη παραμορφωτική
προβολή επάνω τους των έργων με τρόπο μυστήριο.  
Ένας βαθύτατα ρομαντικός
στοχασμός: το καθρέφτισμα του Οικουμενικού στο Γήινο ή αλλιώς ένας δημιουργικός
και γόνιμος διάλογος, η αντανάκλαση πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη.-
Hartwig Knack
Ιστορικός και Θεωρητικός
Τέχνης
Φεβρουάριος 2019