5 Οκτωβρίου 2024

Η «Μνήμη» του Κώστα Πανιάρα στον Πόρο. Γράφει η Έλενα Ντάκουλα.

Δύο παράλληλες εκθέσεις με έργα του καλλιτέχνη
θυμίζουν τη μεγάλη συμβολή του στη σύγχρονη τέχνη.

O πανέμορφος και καταπράσινος Πόρος, το
μοναδικό «αρσενικό» νησί της χώρας, αποτελείται στην ουσία από δύο νησιά, τη Σφαιρία
και την Καλαυρία. Το ένα πήρε το όνομά του από τον Σφαίρο, τον ηνίοχο του
αγάλματος του Πέλοπα, ο οποίος ετάφη εκεί, και το άλλο από την «καλή αύρα» που
πλημμύριζε πάντα το νησί λόγω των ούριων ανέμων του Σαρωνικού, των δασών και
των άφθονων νερών. Τα νησιά είναι ενωμένα με έναν μικρό ισθμό και μέσω ενός
στενού περάσματος, τον «πόρο», συνδέουν τον Σαρωνικό με τις ακτές της
Πελοποννήσου.

Κι ενώ το όνομα του νησιού που χρησιμοποιείτο
στην αρχαιότητα άλλαξε και από Καλαυρία έγινε «Πόρος», το καλό του κλίμα και η
καλή του αύρα εξακολουθούν να διατηρούνται ως και σήμερα, ουσιαστικά αλλά και
μεταφορικά.

Μέσα σε ένα τέτοιο ωραίο και ευχάριστο κλίμα
εγκαινιάστηκαν το Σάββατο 19 Μαΐου, παρουσία πλήθους κόσμου, δύο εκθέσεις με
έργα του Κώστα Πανιάρα, επιμέλειας Τατιάνας Σπινάρη και Μαρίας Γιαννοπούλου. Οι
δύο εκθέσεις, η μία στη γκαλερί Citronne και η άλλη στο Αρχαιολογικό Μουσείο
του Πόρου λειτουργούν συμπληρωματικά και πραγματεύονται «τα τοπία» αλλά και την
«αμφιθυμία της μνήμης».

Αν και η απουσία του τολμηρού, ανατρεπτικού,
φιλοσοφημένου και διεθνώς γνωστού καλλιτέχνη ο οποίος, όπως έλεγε, «δεν
ζωγράφιζε για τους άλλους» και είχε την ικανοποίηση ότι «κατάφερε να κρατήσει
την τέχνη του μακριά από το γούστο των πολλών», ήταν ηχηρή, τα έργα του
στέκονταν εκεί για να θυμίζουν, σαν αδιάψευστοι μάρτυρες, τη μεγάλη του συμβολή
στη σύγχρονη τέχνη, προκαλώντας έντονα − όπως τα χρώματα που χρησιμοποιεί −
συναισθήματα, ερεθίσματα, προβληματισμούς αλλά και αισθητική απόλαυση.

Τα εντυπωσιακά έργα ταίριαξαν τέλεια στο χώρο
και τον υπέροχο κήπο της γκαλερί Citronne. Δύο πρώιμα έργα της εποχής του
Παρισιού ( 1959 ) καθώς και τα δύο μοναδικά έργα του 1961 που σώθηκαν από μία
φωτιά στο σπίτι του στο Κιάτο μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, βρίσκονται σε
έναν διάλογο με τα έργα της ενότητας «η Θέα», της ύστερης περιόδου,
συνεχίζοντας έτσι το νήμα της εικαστικής του διαδρομής με αναφορές σε
προσωπικές μνήμες τοπίων.

Σε όλα «κυριαρχούν η θάλασσα του Κορινθιακού,
η φύση και ο ουρανός, νοερές εικόνες από τον τόπο της καταγωγής του», πηγές
έμπνευσης της δουλειάς του. Τα θέματα προσεγγίζονται αφαιρετικά και αποδίδονται
με μονοχρωμίες ή με έντονα, καθαρά, λαμπερά, παχιά χρώματα δημιουργώντας
συνθέσεις με κινητική ρευστότητα πάνω σε μεγάλες επιφάνειες, ενώ σε ένα έργο
που βρίσκεται στην αυλή της γκαλερί το πτυχωτό πλαστικό που χρησιμοποιείται του
προσδίδει μία ιδιαίτερη ανάγλυφη, κυματιστή υφή. Όλα ανεξαιρέτως αφήνουν τον
θεατή ελεύθερο να δώσει τη δική του ερμηνεία ανάλογα με την ανάγκη αλλά και την
αισθητική του άποψη.

Στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Πόρου, ευρήματα
ανασκαφών του Ναού του Ποσειδώνα και της Αρχαίας Τροιζήνας, από τη Μυκηναϊκή ως
και την Ρωμαϊκή εποχή, συνομιλούν με οχτώ επιχρωματισμένα γλυπτά του Πανιάρα
τοποθετημένα, σαν να αιωρούνται, πάνω στις καταπληκτικές, μπλε στο πάνω μέρος
και διάφανες στη βάση, γυάλινες στήλες του αρχιτέκτονα Στέλιου Κόη.

Όπως είπε η δρ. Αρχαιολογίας και Έφορος
Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων κα Μαρία Γιαννοπούλου, «οι καλύτεροι επισκέπτες
σε ένα Μουσείο είναι τα έργα τέχνης, τα οποία κατοικούν εκεί για ένα μικρό
διάστημα». Τα επιζωγραφισμένα αυτά γλυπτά του Κώστα Πανιάρα πραγματεύονται την
αμφιθυμία του σύγχρονου καλλιτέχνη απέναντι στο βάρος του παρελθόντος, το οποίο
άλλοτε τον κάνει περήφανο και άλλοτε θέλει να απαλλαγεί από αυτό.

Ο Κώστας Πανιάρας δεν ήταν γλύπτης.
Χρησιμοποιούσε όμως τα γύψινα αντίγραφα των συμβόλων της αρχαιότητας σαν μία
ζωγραφική επιφάνεια και τα έκανε αγνώριστα, μετατρέποντάς τα σε τρισδιάστατους
πίνακες ζωγραφικής. Όπως έλεγε χαρακτηριστικά, «στην τέχνη επιτρέπονται όλα…
ζωγράφισα πάνω στα αρχαία αντίγραφα… για να τα εντάξω στην ίδια την ζωγραφική
μου».

Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι εκτός από τους
καθηγητές του στη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα και το Παρίσι, σημαντικό ρόλο
στην εξέλιξη της καριέρας του Πανιάρα αλλά και της προσωπικής του ζωής έπαιξε η
γνωριμία του με τον Ιόλα γύρω στο ’60. Μέσω αυτού βρήκε το προσωπικό του στίγμα
σαν καλλιτέχνης και μερικά χρόνια αργότερα τη γυναίκα της ζωής του, Μέτα, με
την οποία έζησε ευτυχισμένος μέχρι τον θάνατό του, το 2014.

Στη σύντομη παρουσίαση της έκθεσης η κα
Τατιάνα Σπινάρη, είπε: «Ο καλλιτέχνης παίζει με πολλά πράγματα μέσα σε αυτή τη
συγκεκριμένη ενότητα που δείχνουμε. Διχοτομεί το σύμβολο και δίνει πολλά
ερεθίσματα, ειδικά αυτή την εποχή που η ταυτότητά μας είναι πολύ σημαντική και
συνδέεται άμεσα με την ιστορική μνήμη. Το δε Μουσείο είναι εξ ορισμού χώρος
διατήρησης και προβολής της μνήμης».

Το κεφάλι της Υγείας, το άγαλμα της Αφροδίτης
ή ένα κακέκτυπο της Αφροδίτης του Botticelli διχοτομούνται ή παίρνουν μία άλλη
ταυτότητα.
Το κεφάλι του Μεγάλου Αλεξάνδρου προσφέρεται
στο πιάτο, φαγωμένο από τον χρόνο, τη χρήση και την κατάχρηση. Από σύμβολο
γίνεται έδεσμα και μας ρωτά: «ποια είναι η σχέση μας με αυτή την κληρονομιά;
Πώς την αντιμετωπίζουμε και πώς τη χρησιμοποιούμε;».


Η σύζυγος του καλλιτέχνη, κα Μέτα Πανιάρα,
πολύ συγκινημένη, ευχαρίστησε όλους όσοι συνετέλεσαν στο να γίνει
πραγματικότητα αυτή η έκθεση, κάτι που όπως είπε θα ήταν επιθυμία και του Κώστα
Πανιάρα, ο οποίος ονειρευότανε πολλές εκθέσεις, σε πολλά μέρη και ο Πόρος ήταν
ένα από αυτά. Και η κόρη της κας Πανιάρα, κα Ευγενία Χριστοδουλάκου,
Διευθύντρια Επικοινωνίας & Ανάπτυξης στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης,
ολοκλήρωσε την παρουσίαση λέγοντας: «Ο Κώστας λάτρευε τη μόνιμη συλλογή του
Μουσείου και είχε περάσει ώρες μέσα στα εκθέματά του. Αναδείξαμε τα γλυπτά με
τον καλύτερο τρόπο. Ο Κώστας είχε άποψη για τα πάντα σε μία έκθεση και είναι
δύσκολο για εμάς να κρατήσουμε το επίπεδο που ήθελε ο ίδιος».

Είναι όμως απόλυτα σίγουρο ότι τα κατάφεραν
περίφημα και ο Κώστας Πανιάρας θα είναι ευχαριστημένος από το αποτέλεσμα και
πολύ περήφανους για όλους τους.
 ΕΛΕΝΑ
ΝΤΑΚΟΥΛΑ

Σπούδασε Διαφήμιση και Δημόσιες Σχέσεις και
εργάστηκε στο τμήμα Δημοσίων Σχέσεων της “AVINOIL S.A.” του Ομίλου
Βαρδινογιάννη και της ημερήσιας εφημερίδας «Μεσημβρινή» του ιδίου Ομίλου καθώς
και στο τμήμα Διεθνών Συναλλαγών της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, στο
υποκατάστημα της Βοστώνης.
Σταμάτησε να εργάζεται όταν γεννήθηκε το πρώτο
της παιδί και επέστρεψαν στην Ελλάδα. Όταν ο χρόνος της το επέτρεψε έμαθε
ισπανικά, κληρώθηκε στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο και ολοκλήρωσε επιτυχώς
το πρόγραμμα «Ισπανική Γλώσσα και Πολιτισμός».
Πιστεύοντας στη δια βίου μάθηση παρακολούθησε
κύκλους σεμιναρίων για φιλοσοφία, τέχνη και πολιτισμό, τα οποία εκπονήθηκαν από
την «Ακαδημία Πλάτωνα» και τον «Κωστή Παλαμά», υπό την αιγίδα του
Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Λάτρης της Αθήνας, δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον
σε ό,τι αφορά τα πολιτιστικά δρώμενα της πόλης με ενεργό συμμετοχή και
εθελοντική εργασία σε αντίστοιχες ομάδες, συλλόγους και σωματεία.
Εκτός από τα ταξίδια και τη Σίφνο αγαπάει πολύ
τα ζώα έχοντας ιδιαίτερη αδυναμία στις 7 οικόσιτες γάτες της. Αρθρογραφεί στην http://www.athensvoice.gr
.
Είναι παντρεμένη και έχει δύο κόρες.