Ο Francis Bacon μέσα απ’ τον φωτογραφικό φακό του Richard Avedon
Φωτογραφίζοντας τον Francis
Ο διάλογος του φωτογραφικού ντοκουμέντου με το πορτρέτο
Ο Richard Avedon γεννήθηκε το 1923 στη Νέα Υόρκη, ζώντας εκεί τα περισσότερα χρόνια της ζωής του. Το ενδιαφέρον του για τη φωτογραφία ξεκίνησε σε πολύ νεαρή ηλικία και κορυφώθηκε κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας, όταν υπηρέτησε ως φωτογράφος στο εμπορικό ναυτικό των Η.Π.Α.
«Η δουλειά μου ήταν να κάνω φωτογραφίες ταυτότητας. Πρέπει να είχα τραβήξει φωτογραφίες εκατό χιλιάδων προσώπων πριν συνειδητοποιήσω πως με αυτόν τον τρόπο γίνομαι φωτογράφος» είπε αργότερα, θέλοντας να εξηγήσει το πώς τελικά κατέληξε να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη φωτογραφία.
Τα πορτρέτα του συγκαταλέγονται ανάμεσα σε αυτά που βλέποντάς τα – θέλοντας ή μη – σου επιβάλλεται νοερά να συμμετάσχεις στη διαδικασία από – εικονοποίησης του θέματος, εισχωρώντας στα πως και τα γιατί, στο πότε και που, από ποιον και για ποιον.
Ασχολήθηκε με τη μόδα φωτογραφίζοντας για πολύ μεγάλα περιοδικά της Αμερικής όπως το Harper’s Bazaar, στο οποίο γι’ αρκετά χρόνια υπήρξε ο κύριος φωτογράφος. Παραιτήθηκε το 1965 όταν επικρίθηκε για τις συνεργασίες του, φωτογραφίζοντας έγχρωμα μοντέλα.
Συνεργάστηκε κι έκανε πολλά πορτρέτα για τα περιοδικά Theatre Arts, Life, Look, ενώ η Vogue κατάφερε να τον κρατήσει για είκοσι χρόνια, δημιουργώντας μέσα από τη συνεργασία τους εξαιρετικές καμπάνιες, όπου οι φωτογραφίες πορτρέτου του Avedon έγιναν πραγματικά ντοκουμέντα.
Το 1992 προσλήφθηκε στο The New Yorker ως υπεύθυνος του τμήματος φωτογραφίας, δίνοντας στο περιοδικό μια νέα ώθηση μέσω των πορτρέτων του, που οδήγησε σε έναν επαναπροσδιορισμό της ύλης και της φιλοσοφίας του γενικότερα.
Η ιστορία του μοιάζει ατελείωτη, όπως ατελείωτες είναι και οι φωτογραφίες που έκανε κατά τα χρόνια της δημιουργικής του πορείας. Η μακρόχρονη σχέση του με τους Calvin Klein, Revlon, Versace και δεκάδες άλλες εταιρείες είχαν ως αποτέλεσμα μερικές από τις πιο γνωστές διαφημιστικές καμπάνιες στην αμερικανική ιστορία.
Πορτρέτα για το αμερικάνικο κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων, τον πόλεμο του Βιετνάμ αλλά και αυτά που έκανε για τον πατέρα του Jacob Israel Avedon. Για το περιοδικό Rolling Stone το The Family ήταν ένα πολύ μεγάλο έργο, που αφορούσε πορτρέτα της αμερικάνικης πολιτικής ελίτ με αφορμή τον εορτασμό των διακοσίων χρόνων της χώρας.
Καλλιτέχνες όπως οι Beatles, η αξεπέραστη Marilyn Monroe, ο Buster Keaton, ο Andy Warhol και δεκάδες άλλοι έγιναν αντικείμενα του πόθου για τον φωτογραφικό φακό του Avedon. Γι’ αυτόν η φωτογραφία μπορούσε να συλλάβει κάθε πτυχή της προσωπικότητας αλλά και της ψυχής του φωτογραφιζόμενου.
Μπορούσε ο ίδιος να δει μέσα στους ανθρώπους που φωτογράφιζε, θέτοντας σε εγρήγορση τα συναισθήματά τους, ενεργοποιώντας τις αισθήσεις τους. Κάποιες φορές – ηθελημένα – γίνεται εριστικός, οδηγώντας τους σε άβολες αντιδράσεις.
Τα πορτρέτα του έχουν ύφος μινιμάλ, εκστασιάζεται από το ολόλευκο φόντο δίχως να χρησιμοποιεί μαλακούς φωτισμούς, προκαλώντας τα μοντέλα του να κοιτούν κατά πρόσωπο τον φακό του. Μιλά μαζί τους αποκαλύπτοντας πτυχές του χαρακτήρα και της προσωπικότητας τους, εικονογραφώντας έτσι μέσα απ’ τις φωτογραφίες όχι μόνο την όψη αλλά μια εσωτερική αόρατη δομή, αυτό που κρύβεται πίσω από το βλέμμα, την έκφραση, τη στάση του σώματος.
Φωτογραφίζοντας τον Francis
Το 1979 ο Richard Avedon ένωσε δυο διαφορετικά αρνητικά από τα πορτρέτα που έκανε
για τον Francis Bacon. Την ίδια χρονιά ο ζωγράφος και φίλος του Avedon είχε ήδη
ετοιμάσει με την ίδια λογική δύο μελέτες του εαυτού του, προκειμένου να ολοκληρώσει την
αυτοπροσωπογραφία του.
Ο ίδιος ο Bacon φιλοτέχνησε δεκάδες εξαιρετικής ποιότητας πορτρέτα, σε μία ενιαία επιφάνεια αλλά και δίπτυχα ή τρίπτυχα, κατατάσσοντας τα έργα του σε σειρές. Έτσι κι εδώ οι φωτογραφίες του Avedon ενώνονται, δημιουργώντας ένα ενιαίο έργο στο οποίο η ένωση είναι ορατή. Δεν προσπαθεί σε καμία περίπτωση να κρύψει το γεγονός και το διαφορετικό ύφος των ξεχωριστών καρέ γίνεται ακόμα πιο έντονα αισθητό.
Στην αριστερή πλευρά τοποθετείται ο Bacon ως «προτομή» ( μπούστο ) και στη δεξιά μια κάθετη όψη κομμένη στα τρία τέταρτα. Το εκτυφλωτικά λευκό φόντο κρατά σε απόλυτα πρώτο πλάνο τον ζωγράφο, δίνοντας την αίσθηση πως η μαυροφορεμένη φιγούρα ξεπροβάλει από το κενό.
Ο Avedon κάνει αυτό που ξέρει καλά: Ανοίγει διάλογο με το μοντέλο του, το τοποθετεί μέσα στην ιστορία που φτιάχνει και ξεκινά την αφήγηση. Δεν τον ενδιαφέρει μόνο η «αποφασιστική στιγμή» αλλά θέλει να δημιουργήσει ένα ντοκουμέντο που θα παραμείνει αναλλοίωτο στον χρόνο.
Θέλει να ενδώσει στις σκέψεις αυτού που έχει μπροστά του, θέλει να τον κάνει ν’ αντιδράσει με οποιονδήποτε τρόπο μπροστά στη μηχανή του, να τον «κουράσει», να τον εξαγριώσει, να τον κάνει να σκεφτεί πως όπως κι αν αποτυπωθεί το είδωλό του στη φωτοευαίσθητη επιφάνεια, θα έχει δημιουργήσει μια ιστορία ξεχωριστή.
Οι συγκεκριμένες φωτογραφίες ομοιάζουν πολύ με τα ζωγραφικά πορτρέτα του Bacon, εμπεριέχουν τη θλίψη, ίσως και τη φρίκη που ο εικαστικός απέδιδε μέσα από τα σκουρόχρωμα έργα του, θέλοντας να αυτοσαρκαστεί, να θέσει ερωτήματα αναδεικνύοντας τη σκληρότητα της «μικρής» ανθρώπινης ύπαρξης που γεμίζει από πάθη και φθορά.
Ο Avedon δε δημιουργεί καμία συνθήκη, δεν του αρέσει διόλου το «βόλεμα», αφήνει τη μηχανή του ελεύθερη να ταξιδέψει στις κινήσεις και τα χαρακτηριστικά του φίλου του Francis, προκειμένου να παγώσει το απρόσμενο, το στιγμιαίο – που μπορεί να φαίνεται «λάθος» – κι αφήνει το φόντο κενό.
Δεν του αρέσει ο περιβάλλων θόρυβος κι εστιάζει στη έκφραση, την κίνηση, τον διάλογο που ξεκινά το μοντέλο του με τον φακό, επιδιώκοντάς σθεναρά να ανοίξει την καταπακτή των συναισθημάτων και να γεμίσει ο χώρος του φωτογραφικού καρέ από αυτά.
Ο Bacon σκηνοθετεί τον εαυτό του και δίνει στον φακό του Avedon ένα εξαιρετικής αισθητικής φωτογραφικό αποτέλεσμα που θα παραμείνει αδιάψευστος μάρτυρας του αστείρευτου ταλέντου των δύο καλλιτεχνών.
Σηκώνει τα χέρια φέρνοντας τα στο μέτωπο, στα ζυγωματικά, κοντά στο στόμα και τα χείλη δημιουργώντας αποσπάσματα αφηγηματικής μορφής που εντέλει συλλαμβάνει ο «ευφυής» φακός του Avedon.
Η αμφιλεγόμενη προσωπικότητα του Bacon βρίσκει στη ματιά του Avedon την αιτία που θα την παρασύρει σε μια παράσταση μοναδική, όπου θα πρωταγωνιστήσουν οι δύο τους έχοντας ως σκοπό την αποτύπωση ενός θεατρικού μονόλογου του οποίου ο πρωταγωνιστής δεν επιδιώκει να κρύψει τίποτα.
Αντίθετα, αφήνει τις πρώτες του σκέψεις να πάρουν μορφή, αυτοσαρκάζεται, χωλαίνει στιγμιαία κι αμέσως μετά επαναπροσδιορίζει τη στάση του σώματος και την έκφραση του προσώπου του, δίνοντας στην εικόνα την καταραμένη αίσθηση του πένθους που ο Bacon τόσο μα τόσο λάτρεψε.
Το απεικόνισε με κάθε δυνατό τρόπο, με κάθε του πινελιά, σε κάθε του απόχρωση, σε κάθε σκιά, σε κάθε φώτισμα. Μετέφερε έτσι τον δικό του ψυχισμό και στις φωτογραφίες του Avedon που εκ των υστέρων θαυμάζονται όχι μόνο ως εξαιρετικής ποιότητας πορτρέτα αλλά και ως ντοκουμέντα μιας αποκαλυπτικής δημιουργικής συνεργασίας._
Ζώης Σπ. Κουτρούλης