Ατομικές εκθέσεις της Μαρίας Αντωνάτου και Μάρθας Τσιάρα στον χώρο Τέχνης Π.Ε.Σ. Πολύτροπον.

MONEY BUBBLES – ΜΑΡΙΑ ΑΝΤΩΝΑΤΟΥ
ON THE ROAD – MARTHA TSIARA





MONEY BUBBLES – ΜΑΡΙΑ ΑΝΤΩΝΑΤΟΥ

Με περιπαικτική και σαρκαστική διάθεση
ο τίτλος Money bubbles της νέας
σειράς έργων της Μαρίας Αντωνάτου αναφέρεται στην δύναμη του χρήματος να σε
ταξιδεύει αλλά και να σε εγκλωβίζει ταυτόχρονα σ’ ένα φαύλο κύκλο χωρίς
διαφυγή. Βασικό υλικό της καλλιτέχνιδος αποτελούν τα νομίσματα, τα οποία
λειτουργούν ως φορείς ιστορικής μνήμης και αφορμή για κριτική σκέψη και
κοινωνικό- πολιτικό σχόλιο. Μέσα από το Money
bubbles
η εικαστικός προτείνει στους θεατές ένα «παιχνίδι» οπτικής
αλληλεπίδρασης με τα έργα.
Είτε σε μορφή κέρματος είτε σε
χαρτονόμισμα, το χρήμα χρησιμοποιείται σε καθημερινή βάση στις ανθρώπινες
συναλλαγές. Μέσα από τη δουλειά της, η Μαρία Αντωνάτου καλεί τον θεατή να
κοιτάξει με διαφορετική ματιά την αξία και την φόρμα των νομισμάτων. Παλιά,
λερωμένα, καινούρια, λαμπερά, η Αντωνάτου επιλέγει να χρησιμοποιήσει ελληνικά
νομίσματα για να δημιουργήσει εντυπωσιακές επιτοίχιες συνθέσεις και γλυπτικές
εγκαταστάσεις χώρου, δίνοντάς του μια «δεύτερη χρήση» μέσα από την καλλιτεχνική
της πρακτική.
Η δυναμική της συγκεκριμένης επιλογής
εγγράφεται στην επιλογή ενός υλικού που συναντάμε και χρησιμοποιούμε στην
καθημερινότητά μας και στην μετατροπή του μέσα από την παρέμβασή της σ’ ένα
καλλιτεχνικό δημιούργημα. Η ιδέα προέκυψε αρκετά χρόνια πριν όταν η Ελλάδα
εντάχτηκε στην Ευρωπαϊκή νομισματική ένωση, και το εθνικό νόμισμα έπρεπε να
αντικατασταθεί από ένα κοινό ευρωπαϊκό. Όλα τα τοπικά νομίσματα έχασαν ξαφνικά
την οικονομική και χρηστική τους αξία. Η Μαρία Αντωνάτου, ήδη δραστηριοποιημένη
επαγγελματικά στο Νομισματοκοπείο, επέλεξε να κρατήσει ένα μέρος νομισμάτων
πριν καταστραφούν, με σκοπό να τα χρησιμοποιήσει αργότερα στο πλαίσιο της
καλλιτεχνική της πρακτική. Η επιλογή της δεν προέκυψε τυχαία. Μέσα από τους
σωρούς των κερμάτων, η Μαρία Αντωνάτου εντοπίζει ένα κομμάτι του παρελθόντος
και της ιστορίας ενός τόπου. Το νόμισμα εμπεριέχει για την Αντωνάτου το φορτίο
της ανάμνησης, αυτής ενός αντικειμένου που σήμερα για πολλούς δεν σημαίνει
τίποτα χρηστικά. Εμπεριέχει ωστόσο και σκέψεις για το μέλλον, καθώς «κάθε
νόμισμα έχει δύο πλευρές». Η δεύτερη πλευρά των νομισμάτων της Μαρίας
Αντωνάτου, προκύπτει από τις σκέψεις για το σήμερα και το μέλλον των κερμάτων
σ’ ένα μεταβατικό στάδιο όπου περνάμε στην ηλεκτρονική μορφή των συναλλαγών,
που βρίσκει την καλλιτέχνιδα με χιουμοριστική διάθεση να διερωτάται «κρατάτε
χρήματα;», ως πότε;
Από τη δουλειά της Αντωνάτου δεν θα
μπορούσε ωστόσο να λείπει και το βασικό στοιχείο που την χαρακτηρίζει και το
οποίο όσοι την παρακολουθούν μέσα από τις ατομικές τις παρουσιάσεις θα έχουν
ήδη εντοπίσει: η Αντωνάτου σχολιάζει με διακριτικό και ευφυές χιούμορ την
επίδραση του χρήματος στις ανθρώπινες σχέσεις και συναλλαγές καθώς και την
θεοποίηση του ακόμη περισσότερο σε καιρούς κρίσης. Ο τίτλος Φούσκες χρήματος –
τίτλος αντιθετικός ως προς την βαρύτητα του ίδιου του μεταλλικού υλικού και την
ελαφριά αίσθηση μιας φούσκας – λειτουργεί συμβολικά και κυριολεκτικά. Από τη
μια η Αντωνάτου επιλέγει να αναφερθεί στην γεωμετρικότητα των έργων και την
σφαιρικότητά της φόρμας, από την άλλη κλείνει το μάτι στον θεατή, για την
επίπλαστη πραγματικότητα που δημιουργεί το χρήμα.









ON THE
ROAD – MARTHA TSIARA

      
Με μια νέα ενότητα έργων, τμήμα της πρόσφατης δουλειάς της,  η Μάρθα Τσιάρα προσκαλεί τον θεατή σε μια
εσωτερική περιπλάνηση στο ασυνείδητο της αθωότητας θυμίζοντάς του την δυναμική
της τέχνης να ταξιδεύει το βλέμμα μέσα από τις εικόνες και το χρώμα και να
«ανοίγει παράθυρα» όπως χαρακτηριστικά έχει αναφέρει και η ίδια η εικαστικός
μιλώντας για την προγενέστερη σειρά έργων 
με τίτλο Big Blue. Αν και εκ
πρώτης όψεως στα έργα της εικαστικού κυριαρχεί η δύναμη των χρωματικών επιλογών
της παλέτας της, οι φιγούρες κατέχουν επίσης σημαντικό ρόλο στις ζωγραφικές της
συνθέσεις.
       
Οι κόσμοι που δημιουργεί η Μάρθα Τσιάρα μοιάζουν παραμυθένιοι και
ανοίκειοι. Τροφοδοτούν την ανάγκη του θεατή να αναζητήσει μια διέξοδο από την
πραγματικότητα και αφυπνίζουν την νοσταλγία του για την εφηβική ξεγνοιασιά. Στη
δουλειά της Μάρθας Τσιάρα συναντάμε τη νοσταλγία του σύγχρονου ανθρώπου προς
όλα αυτά που έχει χάσει και στα οποία επιθυμεί να επιστρέψει. Η εσωτερική
οπτική που έχει σαν άνθρωπος έρχεται να γίνει εικόνα. Νοσταλγία για την χαμένη
παιδικότητα, ανάγκη για διαφυγή, επιθυμία για τη δημιουργία και την ύπαρξη ενός
διαφορετικού κόσμου.
     
Οι ιστορίες που προτείνει λειτουργούν αυτόνομα και παραμένουν ανοιχτές
σε όλες τις ερμηνείες, επιτρέποντας την ταύτιση του θεατή με τους ήρωες του
καμβά. Η γλώσσα της εικαστικού, αρθρώνεται μέσα από σύμβολα και
επαναλαμβανόμενα μοτίβα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα στη νέα αυτή σειρά, το
περιστέρι που εμφανίζεται ως κεντρικό στοιχείο των συνθέσεων του βιβλίου της.
Οι φιγούρες-ήρωες μοιάζουν να αναζητούν τη δική τους διαδρομή, ένα ταξίδι. Από
τη μια έχουμε την ξεγνοιασιά ενός ποδηλάτη, την ποιητικότητα της εικόνας μιας
ονειροπόλας γυναίκας που στρέφει το βλέμμα της προς την θάλασσα, την δυναμική
ενός παιδιού που τρέχει με ορμή, και από την άλλη έχουμε μια γυναικεία φιγούρα
που παραπέμπει στην προσφυγική καταναγκαστική φυγή.
     
Ως μια άλλη Αλίκη στη χώρα των δικών της θαυμάτων, η Μάρθα Τσιάρα
πρωταγωνιστεί στο βίντεο – animation μέσα από το οποίο τονίζεται η
αφηγηματικότητα της δουλειάς της. Η επαγγελματική ενασχόληση της με τα ψηφιακά
μέσα την οδήγησε σε μια προσθήκη αυτών στην καλλιτεχνική πρακτική της
εικαστικού τα τελευταία χρόνια. Παρακολουθώντας με ενδιαφέρον τους
πειραματισμούς της Μάρθα Τσιάρα με τα νέα μέσα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η
εικαστικός έχει καταφέρει να τα χρησιμοποιήσει με τέτοιο τρόπο ώστε να ενισχύει
με την κίνηση και τον ήχο την χαρακτηριστική αφηγηματικότητα που είχε ανέκαθεν
η ζωγραφική της δουλειά.
        Μέσα από τα ίχνη των χοϊκών χρωμάτων
και της θαλπωρής, η Μάρθα Τσιάρα παρουσιάζει μια παραμυθία με φιγούρες μετέωρες
στο χρόνο και στο χώρο σχεδόν αόρατες, που κινούνται σαν σκιές μεταξύ ονείρου
και πραγματικότητας. Ίσως αυτό το στοιχείο να είναι που κάνει τα έργα της σειράς
έντονα θελκτικά: η παρουσία και ταυτόχρονα η απουσία κάθε χαρακτηριστικού που
θα μπορούσε να μας κάνει να ταυτίσουμε τις ιστορίες που η εικαστικός μας
αφηγείται με σημερινές καταστάσεις.
Μαρία
Ξυπολοπούλου
Ιστορικός (Διδάκτωρ
Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Paris 1 Sorbonne-Panthéon)
Ανεξάρτητη
Επιμελήτρια & Κριτικός Τέχνης