Η Τέχνη θέλει Εγχείρηση

Κοινωνικοί αγώνες και η ιδιοτέλεια. Το μερικό στο όλο και όχι το μερικό στο μερικό.

Γράφει ο Ανυπόλυτος

 

Η κυβέρνηση, με το Προεδρικό Διάταγμα 85 και με τον τίτλο «Καθορισμός προσόντων διορισμού σε φορείς του Δημοσίου (Προσοντολόγιο – Κλαδολόγιο)» κατατάσσει τους αποφοίτους καλλιτεχνικών σχολών (ωδείων, χορού, ηθοποιών κ.λ.π.) από ΤΕ (τεχνολογική εκπαίδευση) σε ΔΕ (δευτεροβάθμια εκπαίδευση). Δεν θα σταθούμε στο ίδιο το γεγονός και στις λεπτομέρειες αυτού του διατάγματος που έχει να κάνει με το «νοικοκύρεμα» στις διαδικασίες προσλήψεων και μισθοδοσίας στο Δημόσιο. Όπως φαίνεται την έλλειψη ανώτατων σχολών υποκριτικών και παραστατικών τεχνών θα την καλύψουν ιδιωτικά κολλέγια. Προφανώς και η υποβάθμιση των καλλιτεχνικών σχολών από ΤΕ σε ΔΕ θα έχει αντίκτυπο και στην μισθοδοσία των δημοσίων υπαλλήλων στον τομέα του πολιτισμού.

 

Πολιτισμός και Κουλτούρα. Δύο διαφορετικές έννοιες.

 

Το κράτος ανα-ταξινομεί τους υπηκόους του στον τομέα του πολιτισμού και σαφώς δεν πρόκειται ούτε για επίθεση στον πολιτισμό, ούτε και στην τέχνη, όπως κατά κόρον διατείνονται διάφορες ανακοινώσεις καλλιτεχνικών συλλόγων και δημοσιολογούντων. Ο λόγος είναι πως ο πολιτισμός είναι άμεσα συνυφασμένος με το κράτος. Ο πολιτισμός συμπεριλαμβάνει ένα σύνολο χαρακτηριστικών και δεν θα μπορούσε να υπάρξει δίχως το κράτος. Ιστορικά ταυτίστηκε με τα κρατικά συστήματα και τις κοινωνικές οργανώσεις αυτών, όπως τα νομικά συστήματα και οι κρατικές γραφειοκρατίες· πράγματα δηλαδή που δεν έχουν να κάνουν σε καμία περίπτωση με αυτό που έχουμε συνηθίσει να εννοούμε με τον όρο τέχνη. Η έμπνευση και η καλλιτεχνική έκφραση των ανθρώπων στον πυρήνα της μπορεί να συνδεθεί μ’ αυτό που ονομάζουμε κουλτούρα και ξεφεύγει από τα πλαίσια του κράτους. Δεν έχει να κάνει με επιχορηγήσεις, άδειες, πιστοποιητικά, ΦΠΑ και νομικά πρόσωπα αλλά με την αρχέγονη έμπνευση και ανάγκη για έκφραση.

Σίγουρα το ζήτημα των εννοιών του πολιτισμού, της κουλτούρας και της τέχνης, καθώς και της σχέσης τους με τα κρατικά συστήματα δεν μπορεί να αναπτυχθεί επαρκώς σ’ ένα τέτοιο κείμενο αλλά σχηματικά θα μπορούσαμε να πούμε πως: α) πολιτισμός = κρατικά συστήματα, γραφειοκρατίες και σχέσεις εξουσίας, β): κουλτούρα = συνδέεται με την έμπνευση που παράγει τέχνη και μπορεί να λειτουργήσει και χωρίς κρατικά συστήματα και επίσημους θεσμούς. Τα παραπάνω είναι μια διαπίστωση που την έχουν κάνει πριν από εμάς κοινωνικοί ανθρωπολόγοι και τα έχουν αναλύσει επισταμένα, αλλά ο κόσμος που απορρέει από την εξουσία συνεχίζει να μην ξεχωρίζει διαφορετικές έννοιες και να ισοπεδώνει τα διαφορετικά νοήματά τους. Η ισοπέδωση και η σύγχυση και η μη καθαρή ματιά, ενισχύει την εξουσία που έτσι περνάει τα δικά της στρεβλά νοήματα. Συνεπώς, όχι, η επίθεση της κυβέρνησης δεν έχει να κάνει γιατί μισεί τον πολιτισμό και την τέχνη, αλλά γιατί επιχειρεί να στήσει την «δική της» ατζέντα που μπορεί να αφορά μισθούς και ιδιωτικά κολέγια.

 

Κοινωνικοί αγώνες και η ιδιοτέλεια. Το μερικό στο όλο και όχι το μερικό στο μερικό.

 

Υπάρχουν στην ιστορία των κοινωνικών αντιστάσεων σημεία καμπής. Σημεία που η κυριαρχία ή η εγχώρια εξουσία επιχειρεί να κλιμακώσει τα σχέδιά της. Σ’ αυτές τις κλιμακώσεις κάποιες στιγμές οι εξουσιαζόμενοι, είτε επειδή δεν μπορούν να καταλάβουν, είτε ηθελημένα γιατί μέσα από αυτά τα σχέδια πιστεύουν πως θα «ωφεληθούν», στέκονται με την πλευρά της εξουσίας. Η ιστορία, βέβαια, έχει δείξει πως στην συνέχεια, το όποιο εφήμερο κέρδος τους, εκείνων των κρίσιμων στιγμών, όχι μόνο θα χαθεί εξ ολοκλήρου, αλλά θα χαθούν και προηγούμενα «οφέλη» επιδεινώνοντας την ήδη δυσμενή θέση των εξουσιαζόμενων και δημιουργώντας έτσι μια αίσθηση ματαιότητας. Η εξουσία προχωρά υπολογίζοντας το πριν και το μετά, συνθέτει στον χρόνο, για να αποσυνθέσει τους εξουσιαζόμενους και τις αντιστάσεις τους. Σ’ αυτή την συνθήκη ή στέκεσαι ενάντια ή είσαι εύκολος για αποσύνθεση.

 

Τι θέλουμε να πούμε με όλα αυτά;

 

Όταν το κράτος επέβαλε τους διαχωρισμούς και τους αποκλεισμούς με βάση τον εμβολιασμό στα θέατρα και στις μουσικές παραστάσεις σε διάφορους χώρους, οι καλλιτέχνες που αντιστάθηκαν σ’ αυτό ήταν ελάχιστοι και δεν έλλειψαν οι περιπτώσεις της χλεύης σε όσους επέλεξαν να μην παίζουν μόνο για συγκεκριμένο κοινό. Δεν γίνεται, λοιπόν, σ’ ένα κρίσιμο στάδιο οι καλλιτέχνες να συντάσσονται με την πλευρά της εξουσίας και να την δυναμώνουν, γιατί το ζήτημα αφορά μόνο ανεμβολίαστους «ψεκασμένους» και να μην αντιλαμβάνονται ότι με αυτό τον τρόπο υποσκάπτουν όχι μόνο την τέχνη τους, αλλά και την ελευθερία της βούλησης. Η τέχνη μπορεί να έχει συνολική «επόπτευση» κοινωνικών ζητημάτων· να μιλάει στον καθένα ξεχωριστά και συγχρόνως να συνδέεται και με ευρύτερα κοινωνικά ζητήματα. Έτσι, δηλαδή, όπως πρέπει να είναι οι κοινωνικοί αγώνες για οποιοδήποτε ζήτημα, ένα συγκεκριμένο αίτημα να συνδέεται και να δίνει το έναυσμα για κάτι ευρύτερο, κοιτώντας με πιο πλατιά ματιά. Στην προκειμένη τίποτα τέτοιο δεν έγινε. Ένα ευρύτερο κομμάτι των καλλιτεχνών συντάχθηκε με τις απαγορεύσεις, τις ανέχθηκε και τις στήριξε και σήμερα που το κράτος έφτασε να στοχεύει τα δικαιώματά τους και μόνο, αρθρογραφούν και κατεβαίνουν στο δρόμο και πολύ καλά κάνουν. Αλλά αυτό δηλώνει μια πολύ στενή λογική που στην τελική δείχνει το ποιόν τους· λογική που είναι όχι μόνο αντίθετη αλλά εχθρική απέναντι στον αφυπνιστικό, επαναστατικό και ευρύτερο χαρακτήρα της τέχνης, πέρα από τα στενά πλαίσια των συντεχνιακών δικαιωμάτων και μόνο. Σε απόσπασμα της ανακοίνωση της ΠΟΘΑ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Θεάματος Ακροάματος) για το θέμα του Προεδρικού διατάγματος 85, διαβάζουμε τα εξής: «[…]Πίσω από όλα αυτά υπάρχει η προσπάθεια της κυβέρνησης να απαξιώσει τον καλλιτεχνικό κόσμο. Της προτείνουμε να το ξανασκεφτεί πολύ σοβαρά. Όπως μας βρήκε απέναντί της τα χρόνια της πανδημίας, έτσι θα μας βρει απέναντί της και τώρα». Αναρωτιόμαστε πως ακριβώς; Στηρίζοντας τις παραστάσεις μόνο για εμβολιασμένους; Το παραπάνω απόσπασμα έχει να κάνει με την επιβαλλόμενη αμνησία και τη διαστρέβλωση των γεγονότων που παρατηρείται στην μετά covid-19 εποχή.  

Όταν παραχωρείται «γη και ύδωρ» στο κράτος, θα έρθει η στιγμή που θα τα πάρει και τα δύο γιατί του έχει δοθεί το δικαίωμα να του ανήκουν. Η τέχνη αντιπροσωπεύει την υγεία, αλλά και την αρρώστια της κοινωνίας και αυτό φάνηκε τη σεζόν 2021-2022, όπου ίσχυσε ο πλήρης αποκλεισμός των ανεμβολίαστων από παραστάσεις. Υγεία, θεωρούμε το καλλιτεχνικό κομμάτι που αντιστάθηκε εκείνη την περίοδο, με τίμημα ακόμα και την επιδείνωση της καθημερινότητάς του και αρρώστια το κομμάτι που ουσιαστικά συντάχθηκε με τα μέτρα αποκλεισμού. Το κερδισμένο μεροκάματο της σεζόν 2021-2022 σε χώρους μόνο για εμβολιασμένους, σήμερα κινδυνεύει να απωλεσθεί και αυτό γιατί ένα εφήμερο κέρδος για τον καλλιτεχνικό κόσμο, ήταν πιο σημαντικό από μια γενικευμένη απώλεια της ελευθερίας και το πισωγύρισμα σε κοινωνικούς αγώνες. Με τον ίδιο τρόπο που οι απαγορεύσεις επειδή δεν αφορούσαν άμεσα τους καλλιτέχνες και τελικά δέχτηκαν να παίζουν μόνο για συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων και δεν αντέδρασαν σ’ αυτό, με τον ίδιο τρόπο βγαίνουν στο δρόμο όταν τα συμφέροντά τους απειλούνται. Στους δρόμους οφείλουν να βγαίνουν οι εξουσιαζόμενοι και πολύ καλά κάνουν οι καλλιτέχνες, αλλά κοινός παρονομαστής και στις δύο συνθήκες, είναι η εγωιστική τους συμπεριφορά που υποσκάπτει και τον δικό τους αγώνα αφού με τις υπάρχουσες συνθήκες, δεν θέλει και δεν μπορεί να συνδεθεί με το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο. Εμείς θα κλείσουμε μ’ ένα απόσπασμα προκήρυξης που κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 2021 στα θέατρα της Αθήνας, δηλαδή όταν ίσχυσαν τα μέτρα αποκλεισμού στους χώρους θεάματος. Θα θέλαμε τέτοιες προκηρύξεις και παρεμβάσεις να υπήρχαν εκείνο τον καιρό και από τον καλλιτεχνικό χώρο, αλλά δυστυχώς βρισκόταν μέσα στις αίθουσες και πολλές φορές έπαιζαν ακόμα και ριζοσπάστες συγγραφείς που καυτηρίαζαν κάθε ολοκληρωτισμό και μαζική υστερία, σαν να πρέπει να συνηθίσουμε στην αλλαγή, να κάνουμε πως δεν έγινε και τίποτα μωρέ, όπως η Ντέζη του Ιονέσκο, από τον Ρινόκερο: Λοιπόν, όλα είναι μια συνήθεια. Τώρα, κανένας δεν τρομάζει όταν βλέπει κοπάδια ρινόκερους (σ.σ. ρυγχοφόρους με μάσκα σουβλερή) να καλπάζουνε στους δρόμους. Οι άνθρωποι παραμερίζουν, τους αφήνουν να περάσουν, κι ύστερα συνεχίζουν τον περίπατό τους ή πάνε στις δουλειές τους, αμέριμνοι, σαν να μην τρέχει κάστανο! Ε, λοιπόν, έτρεχε κάστανο και δεν ξεχνάμε πως ο καλλιτεχνικός χώρος ανέχτηκε ή αποδείχτηκε συνοδοιπόρος στο κρατικό θέατρο του παραλόγου, βάζοντας πλάτη. Οι αντιστάσεις δεν είναι ξεκομμένες μέσα στον χρόνο. Δεν γίνεται στο σήμερα να υπάρξει καμία αντίσταση ή ακόμα και εξέγερση όταν για μακρά διάστημα, σε καίριο ιστορικό σημείο, οι εξουσιαστές είχαν συμμάχους τους εξουσιαζόμενους.

  «[…] θα αναφερθούμε, όμως, στον παραλογισμό να παίζονται έργα ριζοσπαστών θεατρικών συγγραφέων, σε χώρους όπου τηρείται καθεστώς Άπαρτχαιντ. Θα ήταν ενδιαφέρον να ζούσε ο Ιονέσκο και να παρατηρούσε το θέατρο του παραλόγου, όχι από τον ίδιο, αλλά από το κράτος με ηθοποιούς τους θεατές μαζί με τους καλλιτέχνες.

Εάν, λοιπόν, δεν θέλουμε να συμμετέχουμε σ’ ένα θέατρο του παραλόγου που το ίδιο το κράτος έστησε, τότε ως ελεύθεροι άνθρωποι πρώτα απ’ όλα και μετά ως καλλιτέχνες, ας εφεύρουμε τρόπους αντίστασης όπου η τέχνη όντως να απελευθερώνει και να πηγαίνει νου και πνεύμα μπροστά και όχι να επιβεβαιώνει κρατικά μέτρα Απαρτχάιντ με πρώτης και δεύτερης διαλογής ανθρώπων».

Ανυπόλυτος

 

 

ΠΗΓΗ

 

 

 

 

Αξίζουν την προσοχή