21 Νοεμβρίου 2024

Ατομική έκθεση ζωγραφικής της Χριστίνας Τζάνη στην αίθουσα Τέχνης My art box by technohoros.


Εγκαίνια: Τρίτη 12
Μαρτίου
2019, 20:00 – 23:00

Διάρκεια: 8 Μαρτίου έως 6 Απριλίου
2019






Η
αίθουσα τέχνης Τεχνοχώρος και το
My Art
Box
by
technohoros
 παρουσιάζουν
την ατομική έκθεση ζωγραφικής της Χριστίνας
Τζάνη
με τίτλο «Γένεσις». Η
έκθεση εγκαινιάζεται την Τρίτη 12
Μαρτίου 2019
στις 20:00, ενώ θα
έχει ήδη ξεκινήσει από την Παρασκευή 8
Μαρτίου
και θα διαρκέσει μέχρι και
το Σάββατο 6 Απριλίου.
Όπως
αναφέρει η ίδια: «
Μεταμορφωμένα
από θύματα σε αγωνίστριες, στο μεταίχμιο της ομορφιάς και της ασχήμιας μέσα από
μια αναδυόμενη ενηλικίωση, οι Μορφές συστήνουν μια νέα πορεία που οδηγεί σε
έναν νέο μυθώδη κόσμο. Με έντονο βλέμμα και περίτεχνα διακοσμημένα
ενδύματα, οι ελαιογραφίες και οι υδατογραφίες,
συνθέτουν τη  νέα πορεία, συγκαλύπτοντας την αλλοτρίωση που υπέστησαν κατά
τη διαδικασία της μεταμόρφωσης. Η μεταμόρφωση λειτουργεί ως επιτακτικό μέσον
λύτρωσης και εξαγνισμού από την αν-ουτοπική γενέτειρα ενός σκοτεινού και ταραγμένου κόσμου, με στοιχεία αποκρουστικής εγκατάλειψης
και απομόνωσης. Οι μορφές ταξιδεύουν σε καραβάνια νωχελικά. Διασχίζουν τον
υπόλοιπο κόσμο, απομακρυσμένες και μεταβαλλόμενες, επιστρατεύοντας μία
διαδικασία διαγραφής του παρελθόντος. Η εγκατάσταση
αποτελείται από αποδομημένα και αναμορφωμένα έπιπλα, με στόχο την υπέρβαση του
υλικού κόσμου. Στο κτίριο αυτό λαμβάνει χώρα ο Μυστικός Δείπνος, με στόχο την
προσέλκυση και μύηση νέων ακολούθων σε μία ουτοπική απόδραση. Η Γένεσις, με την
αποκάλυψη του κτιρίου του Μυστικού Δείπνου στο κοινό,
θα είναι ένα κατά συρροή ταξίδι που υπόσχεται, με την ολοκλήρωσή του, μία
προσπάθεια φυγής και αναζήτησης μέσα από τα αναδιαμορφωμένα κτίρια. Ένα ταξίδι
που πραγματώνεται, εν μέρει, συστήνοντας μια αφηγηματικά τμηματική απόδραση».


Ο Χάρης Κοντοσφύρης, καθηγητής στο Τμήμα
Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών της Σχολής Καλών Τεχνών στο Πανεπιστήμιο
Δυτικής Μακεδονίας στη Φλώρινα, αναφέρει για το έργο της Χριστίνας Τζάνη: «
Η Χριστίνα Τζάνη
ξεκίνησε την εικαστική της διαδρομή από το κατάλυμα
του αρχέγονου συναισθήματος του φόβου και την ανέστια
επιθυμία του ωραίου. Υιοθέτησε βαθμιαία το πνεύμα μιας αμφισβήτησης του
νοημένου άσχημου – ωραίου. Πρότεινε μια εξοικείωση με το τραύμα, προκηρύσσοντας
μέσα από μυστικιστικές αριθμητικές, γεωμετρικές συστοιχίες, τη σχηματοποίηση της ά-σχημης θλίψης. Την προκατάληψη του
άσχημου και της φρίκης την διευθετεί μέσα από το χρώμα. Το χρώμα έχει την
ιδιάζουσα ροή της ενίσχυσης της φωτογένειας των πορτραίτων της προς την
περιωπή. Αποτελεί εκείνον τον οπτικό υπαινιγμό για τα πράγματα,
τα όντα, που η ακαταμάχητη ενότητά τους, η παρουσία και η ανυπέρβλητη πληρότητά
τους, που ενώ αποτελεί για όλους εμάς τον ορισμό του πραγματικού, είναι για την
Τζάνη η φασματοσκόπιση της πυκνότητας του αδιαίρετου οπτικού, η ενοποίηση των
αισθήσεων και παραισθήσεων, ενός ολικού βιώματος»
.

Η Χριστίνα Τζάνη γεννήθηκε στην Αθήνα.
Από το 2010 μέχρι το 2015 σπούδασε στο Τμήμα Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών
της Σχολής Καλών Τεχνών στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας στη Φλώρινα, με
καθηγητές τον Χάρη Κοντοσφύρη και τον Θωμά Ζωγράφο. Έχει συμμετάσχει σε
ατομικές και ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό με σημαντικότερες,
την ατομική έκθεση “Forgotten Whispers” στην KH5 Gallery στη Ζυρίχη (2016), την
ατομική έκθεση στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηγουμενίτσας με τίτλο «Εξωδεκτική
Ευαισθησία» (2016), “Τender Wounds” στη Gallery X στο Δουβλίνο της
Ιρλανδίας(2016) καθώς και στις ομαδικές 
“13 Hours” στη Last Rite Gallery στη Νέα Υόρκη, στη Biennial Castra στη
γκαλερί Lokarjeva στη Σλοβενία, στο  Fid
Prize 7, Esä’s Grande Gallerie, στη Γαλλία, στην έβδομη Μπιενάλε των φοιτητών
των Καλών Τεχνών της Ελλάδας στο Ίδρυμα Θεοχαράκη και στην Affordable art fair
Milan 2018, στο Μιλάνο. Πρόσφατα βραβεύτηκε από τους οργανισμούς  Osten και WAVA με το βραβείο “Young Balkan
Artist 2017”. Ζει και εργάζεται στην Ελλάδα.
Εγκαίνια Έκθεσης:
Τρίτη 12 Μαρτίου 2019, 20:00 – 23:00



Διάρκεια Έκθεσης:
8 Μαρτίου έως 6 Απριλίου 2019
Ημέρες
και ώρες λειτουργίας:
Τρίτη,
Πέμπτη, Παρασκευή: 11:30 – 14:30 & 17:30 – 20:30
Τετάρτη,
Σάββατο: 11:30 – 16:00
Κυριακή,
Δευτέρα: Ανοικτά κατόπιν τηλεφωνικού ραντεβού

Αίθουσα τέχνης
My
art
box
by technohoros
Λεμπέση 12, Αθήνα | metro Ακρόπολη
Τηλέφωνο 211 182 38 18
www.technohoros.org | info@technohoros.org




Η Χριστίνα Τζάνη ξεκίνησε
την εικαστική της διαδρομή από το κατάλυμα του αρχέγονου συναισθήματος του
φόβου και την ανέστια επιθυμία του ωραίου. Υιοθέτησε βαθμιαία το πνεύμα μιας
αμφισβήτησης του νοημένου άσχημου – ωραίου. Πρότεινε μια εξοικείωση με το
τραύμα, προκηρύσσοντας μέσα από μυστικιστικές αριθμητικές, γεωμετρικές
συστοιχίες, τη σχηματοποίηση της ά-σχημης θλίψης.

Την προκατάληψη του άσχημου
και της φρίκης την διευθετεί μέσα από το χρώμα. Το χρώμα έχει την ιδιάζουσα ροή
της ενίσχυσης της φωτογένειας των πορτραίτων της προς την περιωπή. Αποτελεί
εκείνον τον οπτικό υπαινιγμό για τα πράγματα, τα όντα, που η ακαταμάχητη ενότητά
τους, η παρουσία και η ανυπέρβλητη πληρότητά τους, που ενώ αποτελεί για όλους
εμάς τον ορισμό του πραγματικού, είναι για την Τζάνη η φασματοσκόπιση της
πυκνότητας του αδιαίρετου οπτικού, η ενοποίηση των αισθήσεων και παραισθήσεων,
ενός ολικού βιώματος.
 Ό, τι από το
περιτοιχισμένο σώμα μας εμφανιστεί προς τα έξω είναι φρικώδες και χρίζει
φροντίδας. Η επιστροφή στην ομορφιά απαιτεί εξοικείωση με τα ανοίγματα και τις
διαρροές του σώματος. Μια μυστηριακή ενοποίηση των αισθήσεων, μέσα από
απεικονίσεις εμφανίσεων του φυσικού και του γδαρμένου, συγχρωτίζονται, οπτικά,
το έξω με το μέσα. Ο θεατής είναι αφύσικα αποσβολωμένος. Τα τραύματα και οι
εκχύσεις της σάρκας είναι ευρήματα μορφολογικά, αναπτύγματα στροβιλισμών της
παροντικότητας. Είναι ενδύσεις ενυπόγραφες μιας υψηλής σωματοποίησης και
κωμικοποίησης του διαρρηγμένου φόβου.
Ο ποιητής Νίκος Καρούζος
στο «Κιθάρισμα της Αναρχίας» γράφει ότι: «…τα τόσα ανυπεράσπιστα οράματα της ανεξουσίαστης μηπω- τοπίας …
θεραπεύουν την αναφυλαξία της ατομικότητας». Η Τζάνη προσπαθεί να εντοπίσει
τα «μηπω-τόπια», της ανείπωτης ου- τοπίας. Οι ηρωίδες της, συνεπείς στην
παρωδία τους, παίζουν με την εκτονωτική βία των παιδικών χειλιών τους μέχρι το
αφόρητο κολλώδες λέρωμα από μαρμελάδα φράουλα. Αυτή η ρεαλιστική παρωδία
οργανώνει συναισθήματα και αποδοχές της εικόνας τους με επινοημένες υφές, κάπως
σαν κακέκτυπα και παραπροϊόντα μιας κοινωνίας έτοιμης να ζήσει, όταν και όποτε
χρειαστεί, τους αποσυνθετικούς εφιάλτες δίχως φκιασίδια. Μπορούμε να υποθέσουμε
ότι οι αφηγηματικές της πρωταγωνίστριες έχουν έρθει αντιμέτωπες με το κενό και
την έλλειψη νοήματος στο μεταίχμιο της εφηβείας και της ενηλικίωσης. Καμία
ηθικοπλαστική παραίνεση δεν προβάλλεται αλλά οι ήρωες κάθονται πάνω σε
βάραθρα της αποπροσωποποίησης και της ιδιώτευσης, δεχόμενοι τη βία ή τον σοβαρό
αστεϊσμό, παθητικά και στάσιμα. Ο Έλληνας συγγραφέας Βαγγέλης Ραπτόπουλος στο
«Η αυτοκρατορική μνήμη του αίματος – ποιος είμαι και από πού ξεκίνησαν όλα» του
1992, παρωδεί και περιβάλλει τα πάντα από ένα μαύρο αβυσσαλέο σκοτεινό
χρώμα όπως υπόσχεται και η Τζάνη με τα σκοτεινά της εργόχειρα. Αχρείοι έρωτες, ύβρις,
αναστοχασμός στην ομορφιά, το μέτρο, την ηδονή της υπόσχεσης για την άφεση
αμαρτιών απλώνονται σε παρωδικά και παρωδιακά πορτραίτα όπως κάνει και ο
Βαγγέλης Ραπτόπουλος για το αίσθημα και την τιμωρία, το μετρό και το άμετρο με
έναν μπαρόκ πλουραλισμό. Η Τζάνη αναζητά χωρικότητες του συναισθήματος μέσα
σε κτερίσματα επίπλων προηγούμενων αιώνων. Οι μικρογλυπτικές της αναδύσεις
είναι ένας αντίποδας της λογικής, μιας και το συναίσθημα ως έννοια, εφορμάται
από έναν ακραίο δημιουργό, ένα συναισθηματικό τέρας που ανιχνεύει τα πάντα και
τα εξιστορεί, επιτελώντας την κατάρρευση και διάψευση του συναισθηματικού και
λυρικού μας εαυτού. Ενώ η ζωγραφική της απλώνει τις περιγραφές – ρεαλιστικά και
υλικά – νωπές, υπάρχει ένα άδυτο μέσα στο οποίο η εικόνα δεν μπορεί να μπει. Σε
αυτόν τον χώρο η δεξιότητα του Βαγγέλη Ραπτόπουλου μπαίνει – βγαίνει με μεγάλη
άνεση και περιγράφει τα της ψυχής, ενίοτε. Η Τζάνη μπροστά σε αυτό το αδιέξοδο,
ανασυνθέτει μικρογραφίες μπαρόκ χώρων και η εικόνα παραμένει εκφυλιστικά έτοιμη
να παραδοθεί στην αρχιτεκτονική. Η Τζάνη εκπονεί τρεις πραγματικότητες: την
υλική (έντονη υλικότητα των μέσων), την διαμεσολαβημένη (εικαστική, θεατρική,
αρχιτεκτονική) και την φανταστική (στοχαστική, ανασυνθεμένη). Το έργο της
κτίζεται καταγωγικά με εικονοπλαστικές, κυρίως, τεχνικές αλλά το μνημειώδες και
το τελετουργικό θα προταχτούν στην εικαστική εγκατάσταση «Γη της επαγγελίας».
Το μνημειώδες θα εκμαυλιστεί από τα μικροαρχιτεκτονήματα και η τελετουργία θα
υπονοηθεί από τον «Μυστικό Δείπνο».
Τέσσερις είναι οι
αφηγήσεις των Διαθηκών περί του Μυστικού Δείπνου: Α Κορ.11, 23-25 (η αρχαιότερη,
Περί το 55μ.Χ), Μτ.26, 22-25και Λκ.22,17-23. Περιγράφεται ένα τελετουργικό επτά
πράξεων: έλαβε τον άρτον / ανέπεμψε ευχαριστία επί του άρτου / έκοψε τον άρτον /
διένειμε τον άρτον στους μαθητές / έλαβε το ποτήριον / ανέπεμψε ευχαριστία επί
του ποτηρίου / το έδωσε στους μαθητές. Σύμπτυξη των επτά πράξεων σε τέσσερις: λαμβάνει τον άρτον και το ποτήριον
/ αναπέμπει δοξολογία επ᾽ αυτών / κλάσις του άρτου / διανομή και των δύο στους μαθητές.
Επί του μυστηρίου, του κρυφού, ο μύστης μυεί τους «μυστευόμενους».
«Ποτέ, στα αλήθεια, δεν το’ μαθα τι είναι τα ποιήματα.
Είναι πληγώματα, είν’ ομοιώματα, φενάκη, φρεναπάτη; Πολλοί τα βαλσαμώνουν ως
μηνύματα, εγώ τα λέω ενθύμια της φρίκης».
Από τη «Διερώτηση για να μην κάθομαι άεργος», Νίκος
Καρούζος.
Η δημιουργία, αν είναι φρεναπάτη του εγώ, δηλαδή η φρενίτιδα της
απατηλότητας, τότε, τόσο η Τζάνη όσο και οι κατά συρροή σκοτεινοί,
πανερεβώδεις, αντίστοιχοι εικαστικοί βρίσκονται σε μια εκστατική λειτουργία
αποξένωσης του εγώ. Δημιουργία είναι, παρουσία κοινού, να αποξενώσεις το εγώ;
Το σώμα ανέψυχο από το εγώ παύει να σπαρταρά αυτιστικά. Παραμονεύει ακίνητο.  Η
σωματικότητα και το σώμα ανάγονται στον κόσμο των ακίνητων πραγμάτων. Οι χώροι
είναι όντα και τα πράγματα είναι τα σπλάγχνα τους. Το να συνθέσεις χώρους απατηλότητας,
οντολογικά οργανικούς με τα σπλαχνικά πράγματα εντός, ισούται με το να δημιουργείς
ένα περιβάλλον του ανέψυχου σώματος. Το εγώ έχει αποξενωθεί. Η βία είναι η
συστολή, το ντροπιασμένο εγώ. Είναι η φρίκη της ανισότητας. Τα
ισομεγέθη «εγώ» δεν ζυγίζονται. Η ανισότητα εκφράζει βία.
Η Τζάνη «χρησιμοθηρεί» τη μορφή στα έργα της. Η αναπαράσταση του σώματος
στο πλαίσιό της δεν εξαντλείται αναπαραστατικά. Η εμβάθυνσή της στο νόμο της
μορφής και οι χειρισμοί τους ολοκληρώνουν την ιδέα: τι είναι σώμα και πώς
προσεγγίζεται. Το σώμα και η βία που του ασκείται, ακόμα και με αυτήν την πράξη
της εικαστικής δημιουργίας, είναι το ποιητικό χαϊδολόγημα για να προσεγγιστεί
το άλλο που δεν είναι άλλο, από τον εαυτό μας.
«Όταν φτάσεις κάποτε ν’
ανακαλύψεις  
/ πόσες
ακόμα αυταπάτες συντηρούσες 

όταν αναγκαστείς ν’ αναγνωρίσεις  / κι εκείνα που δεν ήθελες να παραδεχτείς 
όταν πέσει και το τελευταίο είδωλο  /
που πάνω του στήριζες την πίστη σου 
τότε μπορεί ν’ αρχίσεις να μαθαίνεις  /
πόσο βαθιά πηγαίνουν, πόσο είναι σκοτεινές 
οι ρίζες της καθεμιάς σου πράξης».
Ποίημα του Τίτου Πατρίκιου
Ένα από
τα σημαντικότερα έργα ζωγραφικής στην ιστορία της κλασικής ευρωπαϊκής τέχνης, ο
θρυλικός πίνακας «Δείπνο στους Εμμαούς» του Μικελάντζελο Μερίζι ντα Καραβάτζιο,

δημιουργήθηκε το 1606. Την περίοδο εκείνη, ο
ζωγράφος κρυβόταν από τον πρίγκιπα Μάρτσο Κολόννα, επειδή κατά τη διάρκεια
λογομαχίας σκότωσε τον νεαρό Ρανούτσιο Τομασσόν. Η φυγοδικία του Καραβάτζιο δεν
κάνει το έργο μυστικό αλλά μυστήριο. Η αφήγηση: Ο Χριστός έχει σταυρωθεί αλλά
διασταυρώνεται με τους μαθητές του έξω από το χωριό Εμμαούς και μοιράζονται
λίγο αποξηραμένο ψάρι και λίγη κερήθρα. Το μετ-αναστάσιμο δείπνο που εικονίζει,
αναφέρεται στην Παλαιά και Καινή Διαθήκη, απλοϊκότατο. Ο Καραβάτζιο το
σκηνοθετεί μέσα στην απατηλότητα μιας ψημένης όρνιθας, φρέσκων καρπών, ζυμωτού
ψωμιού και κρασιού. Σε αυτό το δείπνο παρίσταται ένας αόρατος, ως εκ θαύματος,
κάνει εντύπωση η μετεωρικότητα στην άκρη του τραπεζιού, του πανεριού των
φρούτων με ερριμένη τη σκιά. Όχι μόνο εκεί, οι σκιές είναι παντού, στηρίζοντας
τη φύση των σωμάτων, ως πραγμάτων. Το τραπέζι είναι τετράγωνο και η καρέκλα του
αριστερού Απόστολου που ετοιμάζεται να σηκωθεί απότομα, έχει σχήμα λύρας και
όλοι οι ήρωες εκτινάσσουν ή προτάσσουν τα χεριά τους για να πιαστούν από τις
σκιές τους, μιας και ο ξυρισμένος και αναστημένος Χριστός βρίσκεται στο
«μηπω-τόπιό» του, τον αντεστραμμένο χώρο της ύπαρξης, τον αναστάσιμο,
ανεστραμμένο χώρο των «ανέψυχων» σωμάτων.
Η
καλλιτεχνική μορφή εμπεριέχεται σε ένα περιεχόμενο, πραγματωμένο από υλικά,
συνυφασμένα με αυτήν. Η μορφή, ζωγραφικά, ενσωματώνεται στην περιγραμμένη μορφή
από την υλικότητα και την εκπομπή του χρώματος. Οι μορφές τόσο στον Καραβάτζιο
όσο και στην Τζάνη αρχικά ως αρχιτεκτονικές μορφές, αξιολογικά
προσανατολισμένες στο περιεχόμενο από τα ένδον του καθαρού αισθητικού
αντικειμένου ή του πράγματος ή του σώματος, παραπέμπουν και σε φορμαλιστικά και
ψυχολογικά περιβάλλοντα της ιστορίας της τέχνης. Η μορφή, ως σημαίνουσα
αισθητικά, ανασύρει περιεχόμενα και πραγματώνεται ολοκληρωτικά, μέσα από την
ύλη. Συνδέεται αξιολογικά μαζί του, για να εκλυθούν ως γνωστικές ή ηθικές ή
πρισματικές αξίες της δραστηριότητας της περιγραφής που προτρέπει. Κατά
δεύτερον, από τα ένδον του υλικού συνόλου, οι τεχνικές της μορφής οργανώνουν
την ενατένιση του έργου. Σε αυτό το σημείο, η Τζάνη αντιπαρατίθεται στη μορφή
σαν κάτι παθητικό που έχει την ανάγκη της, κάτι το δεκτικό, το προσληπτικό, το
αφομοιωτικό, το σταθερό, το ερώμενο. Η αισθητική ενατένιση παραχωρεί τη θέση
της σε μια εν-πάθεια ή σε έναν στοχασμό, μια διαπραγμάτευση συμφωνίας –
ασυμφωνίας, μια πρακτική επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας. Η Τζάνη οργανώνει την
αποπραγμάτωση της μορφής, ώστε να προβάλλεται πέρα από το έργο. Έτσι, στη μη
εικαστική αντίληψη μιας εικαστικής εγκατάστασης έργων, ζωγραφικής, γλυπτικής
μπορεί να αποκρύψει τη μορφή, μορφοποιώντας την εξιδανικευτικά, για να
υπογραμμίσει το περιεχόμενο στον προβληματικό ή ηθικό-πρακτικό προσανατολισμό. Στο
 «Δείπνο στους Εμμαούς» του Καραβάτζιο, στη μη – ζωγραφική αντίληψη του
ζωγραφισμένου θέματος, αποκρύπτεται η αναστάσιμη μορφή μέσα από τις σκιές,
μορφοποιώντας την εξιδανικευτικά για να υπογραμμίσει την κορύφωση του θαύματος
της εμφάνισης ενός θανατωμένου ήρωα. Στην Τζάνη, η εργοχειριακή εξιδανίκευση
και η καταφυγή μικρογλυπτικών μορφών σε κατοίκηση επίπλων, μορφοποιεί έναν
ανιμιστικό τρόπο ζωής των μορφών της.
Το κακό
θα φώλιαζε σε κάθε εικαστική μορφή της Τζάνη, κάνοντας κουρέλια τη ζωή των
ηρωίδων της, όμως, αποφασίζει να οδηγήσει αυτόν τον στενάχωρο χώρο στα όρια της
υπόσχεσης για ευρύτητα. Η κόλαση της καθημερινότητας στο «Άγριο Βελούδο» ή στο «Γιατί
κάνει τόσο κρύο στο δωμάτιό σου;» ή στο «Όλα μπορούν να συμβούν μ ’ένα άγγιγμα»
της συγγραφέως Μαρίας Κουγιουμτζή αποτελεί μια ανθρωπολογία όπου ο μέσος όρος
των ανθρώπων είναι όπως και στην Τζάνη ήρωες – ηρωίδες που εξακολουθούν να
κινούνται, υποδεικνύοντας μια συμβολική αλλά και αλληγορική διάσταση σε
ακαθόριστους τόπους, σε ασαφείς ιστορικούς χρόνους του διαρκώς ανασυσχετιζόμενου
κοινωνικού τοπίου της ύπαρξης. Δύσμοιρες φιγούρες, ξενικά δίποδα πλάσματα,
άτριχες ανατριχιαστικές πριγκίπισσες με άπειρη ιδιοτέλεια και αναλγησία αλληγορούν
την αθεράπευτη αυτολύπηση σε ένα εξτρεμιστικό μυστικισμό, ικανό να διορθώσει
τον κόσμο. Όλα τούτα στην Τζάνη προέρχονται από εικόνες, στάσεις, δράσεις
συμπεριφορές και λειτουργίες του απογονικού σώματος που ψάχνει να βρει και να
καθορίσει την πορεία και τις αποκλίσεις του.
Το
απογονικό σώμα, το σώμα των απογόνων εντός μας και το σώμα των επιγόνων εκτός μας,
σαν εκκρεμές που ψάχνει την κούνια του, ισορροπεί στην κρέμαση σε χώρους
άστατους και ακατοίκητους. Το απογονικό σώμα, αταυτοποίητο, αυτοαποκηρυγμένο,
άφυλο, ασήμαντο, ζητά την υποκειμενοποίησή του. Ανορθωμένο υποκείμενο μπορεί να
συνυπάρξει και να οργανώσει την υποκειμενοποίηση των άλλων που εξακολουθούν να
παλεύουν με τον ναρκισσισμό, τον αμοραλισμό, την θανατοφιλία, την
παραβατικότητα, την ηδονοθηρία. Σε αυτήν την περίπτωση, η συγκέντρωση πολλών
ατόμων σε κατάσταση λαιμαργίας στον Μυστικό Δείπνο θα εξευγενίσει την σκύλευση
και την αντεκδικητική του μανία, μετατρέποντάς τους σε συν-τρόφους.
Κοντοσφύρης Χάρης
24 /2/
2019 Σκοπιά Φλώρινας