4 Οκτωβρίου 2024

Το τέλειο μπλε της μνήμης μέσα απ’ τις φωτογραφίες της Περσεφόνης Μίχου.

Συνέντευξη στην Καλλιόπη Λιαδή

Η Περσεφόνη Μίχου είναι μια νέα φωτογράφος που επέλεξε να πειραματιστεί, κυρίως, με κάτι παλιό: μια φωτογραφική μέθοδο 120 χρόνων, την κυανοτυπία. 

 

Με κύρια εφόδια της την υπομονή, την ανάγκη για διείσδυσή στο χώρο της μνήμης και για κατανόηση της λειτουργίας της, με απλά φωτοευαίσθητα υλικά και τον ήλιο, μεταφέρει το παρελθόν στο σήμερα και το ανακατασκευάζει επιδιώκοντας να χαρτογραφήσει και να επικοινωνήσει έναν εσωτερικό χάρτη στιγμών και αισθημάτων οροσήμων για το προσωπικό της ταξίδι.

 

Γνωρίσαμε τη δουλειά της από την πτυχιακή της εργασία με τίτλο “The Perfect Blue“ που παρουσιάστηκε στο Athens Photo Festival τον Οκτώβριο του 2020, στην έκθεση «Νέοι Έλληνες Φωτογράφοι».

 

Ακολούθησε η ομαδική διαδικτυακή έκθεση “A Certain Kind of Blue” που διοργάνωσε το  Analog Forever Magazine που συμπεριέλαβε επιλεγμένες φωτογραφίες της ενότητας μαζί με τη δουλειά άλλων 80 φωτογράφων από όλο τον κόσμο, ενώ τον ίδιο μήνα μέρος της ενότητας αυτής παρουσιάστηκε στη δεύτερη έκδοση του Album East Central που φιλοξενεί η αμερικανική ηλεκτρονική εκδοτική πλατφόρμα issuu.  H έκδοση είχε θέμα της τη Μνήμη και την Παιδική Ηλικία (Memory & Childhood).

 

Παράλληλα με το “The Perfect Blue“ έχει αναπτύξει άλλες τρεις ενότητες που, επίσης, πραγματεύονται την αναζήτηση και επανεξέταση του εαυτού, σε σχέση με το φύλλο, τον τόπο και την οικογένεια.

 

Η συζήτηση μαζί της ήταν πηγή ηρεμίας, ένα παράθυρο με θέα στην ανατολή του ήλιου μέσα από θάλασσα λάδι και ένα φως κυανό γεμάτο ελπίδα και θετικότητα.

 

Σίγουρα θα τη ξανασυναντήσουμε με έργα δυνατά και πολύ ενδιαφέροντα, καθώς, από τα πρώτα δείγματα έργου και σκέψης, είναι φανερό ότι πρόκειται για μια δημιουργό με ώριμη προσέγγιση και επίγνωση αλλά και μεγάλη συνειδητότητα.

Καλλιόπη Λιαδή

 

 

Πότε ξεκίνησε η ενασχόληση σου με την τέχνη της φωτογραφίας;  

 

Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου κρεμούσα τη φωτογραφική μηχανή του πατέρα μου στο λαιμό και «έπαιζα» τον φωτογράφο.

 

Εκείνος διατηρούσε ένα μεγάλο φωτογραφικό αρχείο και μου εμφύσησε την αγάπη για το φιλμ και την αναλογική φωτογραφία.

 

Μεγαλώνοντας συνέχιζε να με γοητεύει η τέχνη των εικόνων, ώσπου απέκτησα την δική μου μηχανή σαν δώρο Χριστουγέννων σε ηλικία δεκατριών ετών.

 

Αν και πέρασα στο τμήμα Πληροφορικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, πριν ολοκληρώσω τον πρώτο χρόνο της φοίτησής μου αποφάσισα να φύγω από τη σχολή και να γραφτώ στο Τμήμα Φωτογραφίας και Οπτικοακουστικών Τεχνών του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής (τότε ΤΕΙ Αθήνας).

 

 

Τι αντιδράσεις υπήρξαν σε αυτή την απόφαση σου;

 

Ο περίγυρός μου δεν αντιμετώπισε θετικά αυτή μου την απόφαση, όμως εγώ ήξερα πως βάδιζα στον σωστό δρόμο και πως αυτή η τροπή ήταν αναπόφευκτη.

 

 

Πότε ανακάλυψες για πρώτη φορά την τεχνική της κυανοτυπίας και τι σε έλκυσε σε αυτή;  Γιατί επέλεξες τη συγκεκριμένη δημιουργική διαδικασία για τα θέματα σου; 

 

Την κυανοτυπία την ανακάλυψα στο μάθημα του σκοτεινού θαλάμου που παρακολουθούσα στη σχολή.

 

Μου κίνησε ενδιαφέρον το γεγονός ότι δεν απαιτούσε τη χρήση φωτογραφικής μηχανής για την παραγωγή των εικόνων.

 

Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό, με τους μπλε και λευκούς τόνους να αποδίδουν μια ελεγειακή ατμόσφαιρα στις εικόνες.

 

Ήταν και η αγάπη μου για τις αναλογικές τεχνικές του παρελθόντος που με έκανε να ξεχωρίσω αυτή τη μέθοδο.

 

Η κυανοτυπία έμοιαζε ο ιδανικός τρόπος για να επαναδιαπραγματευθώ με τις οικογενειακές φωτογραφίες και το παρελθόν.

 

Οι αρχειακές φωτογραφίες άλλαξαν μορφή και ύλη και έτσι κατάφεραν να ιδωθούν ως εικόνες μνήμης.

 

 

Όπως αναφέρεις στο συνοδευτικό σημείωμα σου για τη σειρά «Perfect Blue” αυτή η διαδικασία δεν είναι μόνο αποτέλεσμα της νοσταλγίας αλλά «μια διερεύνηση της σχέσης μεταξύ ανθρώπινης μνήμης και φωτογραφίας.».  Τι ανακάλυψες στην πορεία της διερεύνησης αυτής της σχέσης;

 

Το “The Perfect Blue” αποτέλεσε την πτυχιακή μου εργασία. Συνοδευόταν από μία εκτενή έρευνα για την αλληλεπίδραση της μνήμης με την φωτογραφία.

 

Αφορμή υπήρξε η παρατήρηση που έκανα καθώς ξεφύλλιζα τα οικογενειακά μου άλμπουμ: ενώ οι φωτογραφίες υποτίθεται πως ενισχύουν τη διατήρηση της μνήμης, για μένα είχαν πάρει τη θέση αναμνήσεων.

 

Δε μπορούσα να τις διαχωρίσω. Αυτό το παράδοξο με οδήγησε στην αναζήτηση απαντήσεων.

 

 

Και τι ανακάλυψες;

 

Μέσα από αυτή την έρευνα ανακάλυψα πως η ανθρώπινη μνήμη παρουσιάζει αρκετά σφάλματα, αρκετά επιλεκτικά, κενά, γεγονός μάλιστα που έχει γίνει αντικείμενο ευρείας μελέτης.

 

Ο άνθρωπος ανέπτυξε το φόβο της λήθης, κάτι που, θα λέγαμε, τον οδήγησε στην ανάγκη της φωτογραφικής αναπαράστασης.

 

Στις μέρες μας παρατηρούμε μια έντονη επιθυμία για την αποτύπωση αποκλειστικά των ευχάριστων στιγμών της ζωής μας μέσω της φωτογραφίας, μια προσπάθεια διατήρησής τους, όσο και την ανάγκη λησμονησιάς των δυσάρεστων.

 

Τελικά η μνήμη είναι αυτή που υποβοηθά την ανάγνωση μιας φωτογραφίας, ενώ η ίδια φωτογραφία μπορεί να ενεργοποιήσει συνειρμούς που οδηγούν σε άλλες αναμνήσεις.

 

 

Τι είναι αυτό που κάνει ένα φωτογράφο να στραφεί στις παραδοσιακές διαδικασίες όταν η ψηφιακή εικόνα και επεξεργασία αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινής μας ζωής; 

 

Όλο και περισσότεροι νέοι καλλιτέχνες απορρίπτουν τα ψηφιακά μέσα και την αυτοματοποιημένη φωτογραφία, σε μια προσπάθεια δημιουργίας μοναδικών εικόνων οι οποίες είναι βαθιά συνδεδεμένες με τον δημιουργό τους.

 

Πιστεύω πως το φιλμ προσδίδει μια διαφορετική αίσθηση στις εικόνες, ενώ κάθε επιλογή του φωτογράφου, από το είδος του φιλμ, το μοντέλο της μηχανής, τα χημικά της εμφάνιση κ.ο.κ επιδρούν διαφορετικά στο αποτέλεσμα.

 

 

Αν θα σου ζητούσαν να αποτυπώσεις στις φωτογραφίες σου ένα θέμα που ανέκυψε στην περίοδο της πανδημίας, τι θα επέλεγες; 

 

Ο τελευταίος χρόνος ήταν μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδος για όλους μας.

 

Το καλό στοιχείο που προέκυψε όμως από αυτή την μεγάλη δοκιμασία της ανθρωπότητας, ήταν η ευκαιρία που μας δόθηκε να αναθεωρήσουμε τις αξίες μας και να κοιτάξουμε με καθαρή ματιά εντός μας.

 

Νομίζω πως αυτό είναι κάτι που αξίζει να αναδειχθεί μέσα από την καλλιτεχνική δημιουργία: ο κρυμμένος εαυτός.

 

Αυτός που είχαμε καταπιέσει λόγω του άγχους, της δουλειάς και των περίσσιων κοινωνικών συναναστροφών και όταν εμείς βρεθήκαμε «εγκλωβισμένοι» μπόρεσε να αφεθεί ελεύθερος.

 

Δεν είναι τυχαίο ότι ένα μεγάλο μέρος των συνανθρώπων μας στράφηκε προς την τέχνη και τη δημιουργία κατά τους μήνες του εγκλεισμού.

 

Άλλωστε τα πιο αυθεντικά έργα είναι αυτά που προέρχονται από ανεπηρέαστες διεργασίες του εσωτερικού κόσμου του κάθε δημιουργού.

 

Ποιοι φωτογράφοι και γενικότερα ποιοι εικαστικοί σε έχουν εμπνεύσει; 

 

Ο κινηματογράφος των δεκαετιών του 60’ και του 70’ με έχει επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό.

 

Σκηνοθέτες όπως ο Godard, ο Bergman, ο Αγγελόπουλος και ο Κανελλόπουλος με σημάδεψαν από νωρίς και διαμόρφωσαν το καλλιτεχνικό μου «βλέμμα».

 

Εικαστικοί όπως ο Robert Rausenberg, ο οποίος ήταν ο πρώτος που επαναχρησιμοποίησε την ξεχασμένη τεχνική της κυανοτυπίας τη δεκαετία του 60’ και o αφηρημένος μινιμαλισμός του χρώματος στο έργο του Rothko με έχουν επηρεάσει εξίσου.

 

Έμπνευση αντλώ και από σύγχρονους καλλιτέχνες οι οποίοι επιμένουν να χρησιμοποιούν την αναλογική φωτογραφία και να πειραματίζονται με τα όριά της.

 

Κάποια παραδείγματα είναι η Carolle Benitah, η Κatrien de Βlauwer και ο Ηλίας Σύψας.

 

 

Πες μου πέντε λέξεις που σου φέρνει στο νου το κυανό χρώμα.

 

Ουρανός, θάλασσα, μελαγχολία, παιδικότητα, Ελλάδα.

 

Το κυανό χρώμα ήταν πάντα το αγαπημένο μου. Από μικρή το συνδύαζα με το χρώμα του καθαρού ουρανού.

 

Θυμάμαι πάντα τον εαυτό μου να στρέφεται στον ουρανό για να αντλήσει ηρεμία και αισιοδοξία.

 

Το μπλε μου θύμιζε ακόμα τα καλοκαίρια που περνούσα σαν παιδί στην Πρέβεζα.

 

Κοιτάζοντας τη θάλασσα και τον ατελείωτο ορίζοντα, συνειδητοποιούσα την απεραντοσύνη του κόσμου και αισθανόμουν ελεύθερη.

 

Δεν μπορώ να παραβλέψω και τη σύνδεση του μπλε χρώματος με την μελαγχολία στη δυτική κουλτούρα και είναι αλήθεια πως αυτό το αίσθημα διαδέχεται πάντα τις χαρούμενες σκέψεις, όπως και τις ευχάριστες αναμνήσεις.

 

Αξίζει να σημειωθεί πως το 2020 η εταιρεία Pantone όρισε το Κλασσικό Μπλε (Classic Blue 19-4052) ως το «Χρώμα της Χρονιάς».

 

Εκείνη ήταν και η χρονιά που δημιουργήθηκε το The Perfect Blue και ο τίτλος του απέκτησε ένα παραπάνω σημαινόμενο.

 

 

Στη σειρά σου Here and Then επανατοποθετείς πρόσωπα από παλιές φωτογραφίες  στον ίδιο χώρο που φωτογραφήθηκαν αλλά στην κατάσταση που βρίσκεται ο χώρος σήμερα.  Ποια οπτική πραγματικότητα επιθυμείς να καταγραφεί;

 

Το Here and Then είναι η πρώτη μου απόπειρα να πειραματιστώ με τα οικογενειακά αρχεία.

 

Η ενότητα είναι σε εξέλιξη. Αποτελεί μια διαδικασία σύγκρισης του παρόντος με το παρελθόν, αλλά και μια προσπάθεια να ζωντανέψουν οι εικόνες και οι αναμνήσεις.

 

Οι φωτογραφίες είναι τραβηγμένες στον τόπο καταγωγής μου, στο πατρικό σπίτι της οικογένειας στην Πρέβεζα ενώ καλύπτουν μια χρονική διαδρομή από το 1960 μέχρι το 2000.

 

Αυτά τα οικογενειακά στιγμιότυπα βρέθηκαν ξανά στον τόπο όπου δημιουργήθηκαν, κάνοντας τη σύγκριση αναπόφευκτη.

 

 

Ποια πράγματα άλλαξαν με το πέρασμα του χρόνου και ποια έμειναν ίδια;

 

Τα ερωτήματα αυτά δεν είναι τόσο εύκολο να απαντηθούν, είναι όμως η άκρη για να ξετυλιχθεί ένα κουβάρι: αναμνήσεων, παραδοχών, σφαλμάτων κ.ο.κ.

 

Αυτό το έργο δεν παύει να είναι ένα ακόμα ταξίδι στο χρόνο, μια προσπάθεια επιστροφής στον ιδανικό τόπο της παιδικής ηλικίας, αλλά και σε ένα παρελθόν ακόμα πιο μακρινό: εκείνο των αφηγήσεων και των ξεθωριασμένων εικόνων.

 

 

Tι προσδοκείς να αναδείξεις στη σειρά σου Γυναίκες;

 

Η σειρά Γυναίκες ή αλλιώς The Women είναι μια εξερεύνηση της γυναικείας φύσης όσο και της θέσης της γυναίκας στη σημερινή κοινωνία.

 

Αποτελείται από πορτραίτα νεαρών γυναικών μεταξύ 20 και 30 χρόνων, που προέρχονται από τον περίγυρό μου.

 

Αυτή η δεκαετία είναι κρίσιμη στη ζωή μιας γυναίκας. Αποτελεί μια μεταβατική περίοδο κατά την οποία το κορίτσι πρέπει να δώσει την θέση του στη γυναίκα, που καλείται με τη σειρά της να πάρει σημαντικές αποφάσεις για την ζωή της.

 

Μέσα σε αυτά τα πρόσωπα βλέπω το δικό μου. Βλέπω τη δική μου αγωνιά  και την άρνηση της μετάβασης, ή ακόμα το δικό μου παρελθόν και το δικό μου μέλλον.

 

 

Ποια γυναικεία προσωπικότητα θα ήθελες να συμπεριλάβεις στη σειρά;

 

Πολλές φορές θα ήθελα να κουβαλάω μια αόρατη κάμερα, για να μπορώ  να φωτογραφίσω μια γυναίκα που βλέπω σε ένα βαγόνι του μετρό, μια γυναίκα που περνάει βιαστικά από δίπλα μου.

 

Όχι κάποια επώνυμη προσωπικότητα. Γυναίκες που συναντώ καθημερινά και χωρίς να γνωρίζω και νοιώθω ότι έχουν μια ιστορία να μου πουν και ότι μου μοιάζουν.

 

Όλες τους κουβαλάνε το βάρος ενός καθήκοντος και ενός ρόλου που καλούνται να παίξουν χωρίς να τον έχουν ορίσει οι ίδιες.

 

 

Πώς, κατά τη γνώμη σου, μια γυναίκα φωτογράφος θα μπορούσε να αναδείξει τους έμφυλους ρόλους στην κοινωνία μας αλλά και να συμβάλει στην ανατροπή των στερεοτύπων;

 

Η τέχνη της φωτογραφίας αποτέλεσε πάντα όπλο στα χέρια των γυναικών.

 

Ξεκινώντας από τα τέλη του 19ου αιώνα, το τεχνολογικό τότε «θαύμα» της φορητής μηχανής Kodak έδωσε στις γυναίκες που μέχρι τότε ήταν περιορισμένες στο οικιακό περιβάλλον τη δυνατότητα να εκφραστούν δημιουργικά, αλλά και να ξεπεράσουν τα όρια του σπιτιού. (βλ. The Kodak Girl ).

 

Αργότερα η ισχυρή παρουσία γυναικών φωτογράφων όπως της Dorothea Lang ή της Diane Arbus, σε ένα κατεξοχήν ανδροκρατούμενο έως τότε χώρο, συνέβαλλε εξίσου στην μετατόπιση της κοινής γνώμης σχετικά με τον ρόλο της γυναίκας.

 

Σήμερα η φωτογραφία πιο πολύ από ποτέ μοιάζει να παίρνει θηλυκή όψη.

 

Αυτό που οφείλει να κάνει μια σύγχρονη καλλιτέχνης είναι να αναδεικνύει μέσα από το έργο της τα κατάλοιπα αυτών των στερεοτύπων, ώστε να αφυπνίσει τις συνειδήσεις, σε ατομικό και πολιτειακό επίπεδο (σε επίπεδο πολιτείας και φορέων του κράτους), συμβάλλοντας έτσι στην εξάλειψή τους.

 

 

Τη δική σου Ιθάκη την ονομάζεις Κύθηρα, και «Ταξίδι στα Κύθηρα» είναι ο τίτλος μιας άλλης σειράς σου. Τι σου έχει προσφέρει το ταξίδι αυτό μέχρι τώρα; Tι συνδέει τις φωτογραφίες από τους διαφορετικούς τόπους που έχεις επισκεφτεί και πώς έχουν επιδράσει αυτοί οι προορισμοί στη μέχρι τώρα προσωπική διαδρομή σου;

 

Το «Ταξίδι στα Κύθηρα» έχει οριστεί μέσα στα χρόνια και από διάφορους δημιουργούς ( Watteau, Baudelaire, Αγγελόπουλος ) ως το Ταξίδι στην Ουτοπία.

 

Αυτές οι εικόνες είναι τραβηγμένες σε διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες σε μια περίοδο αλλεπάλληλων ταξιδιών.

 

Θέλησα να τις συγκεντρώσω όχι σαν αναμνηστικά carte postale, αλλά σαν μια χαρτογράφηση του ταξιδιού προς την ανακάλυψη της ταυτότητας και του προορισμού μου.

 

Τα τοπία δεν αναγνωρίζονται γιατί δεν ανήκουν πουθενά, είναι σημεία στον εσωτερικό μου χάρτη ίσως και τοποθεσίες κάποιων ονείρων μου.

 

Αυτό που έμαθα μέσα από αυτή τη διαδρομή είναι πως το τέλος της δεν υπάρχει και πως το ταξίδι συνεχίζεται εσαεί.

 

Το λέει και o Δημήτρης Μητροπάνος στο παλιό τραγούδι «Τα Κύθηρα ποτέ δεν θα τα βρούμε», το λέει και ο Δημήτρης Χορν στην ταινία Μια Ζωή την Έχουμε «Δεν υπάρχουν τα Κύθηρα Μανώλη» (γέλιο).

 

 

Έχεις κάνει και μουσικές σπουδές, συγκεκριμένα στο πιάνο.  Πώς θα συνδύαζες τις δύο τέχνες, αν θα είχες την ευκαιρία, σε ένα δημιουργικό εικαστικό – μουσικό έργο;

 

Η μουσική, κλασσική και σύγχρονη, αποτελεί μεγάλη πηγή έμπνευσης για εμένα.

 

Θα μου άρεσε πολύ η ιδέα να συνδυάσω την εικόνα και τον ήχο σε κάποιο  έργο μου.

 

Οι δύο αυτές τέχνες δεν έχουν μεγάλη απόσταση αν σκεφτούμε πως ο κινηματογράφος τις συνδυάζει και τις δύο.

 

Πρόσφατα διάβασα πως σύγχρονοι επιστήμονες κατάφεραν να μεταφράσουν τις συχνότητες του ήχου σε χρώματα.

 

Τότε μου γεννήθηκε η επιθυμία να πειραματιστώ και εγώ η ίδια με αυτή την σχέση ήχου και εικόνας, με σκοπό τη δημιουργία ενός πρωτότυπου έργου.

 

Δυστυχώς κάτι τέτοιο απαιτεί επιστημονικό εξοπλισμό τον οποίο δεν έχω στη διάθεση μου, αλλά ελπίζω να μου δοθεί κάποια στιγμή η ευκαιρία να υλοποιήσω την ιδέα.

 

 

Αν θα επέλεγες ένα μουσικό ύφος ή ένα μουσικό κομμάτι για να συνοδεύει τη θέαση του The Perfect Blue, ποιο θα ήταν αυτό;

 

Στο έργο αυτό κυριαρχούν το συναίσθημα και η νοσταλγία. Παράλληλα, η μονοχρωμία του μπλε αποδίδει το στοιχείο του μινιμαλισμό στις εικόνες.

 

Έτσι αν το Τhe Perfect Blue παρουσιαζόταν σε οπτικοακουστική μορφή θα συνδυαζόταν με κάποιο έντονα μελωδικό, αλλά ταυτόχρονα μινιμαλιστικό κομμάτι, όπως οι Gnossiennes του Erik Satie, τα soundtrack του Yann Tiersen ή τα κομμάτια για πιάνο του Μάνου Χατζιδάκι.

 

 

Τι άλλο ετοιμάζεις αυτό το διάστημα;

 

Ασχολούμαι επισταμένως με την επεξεργασία και εμφάνιση του φιλμ με εναλλακτικές μεθόδους και πειραματίζομαι με διάφορα υλικά.

 

Πιστεύω πως το επόμενο διάστημα θα δημοσιεύσω κάποια από τα αποτελέσματα.

 

Ακόμα, θα ήθελα κάποια στιγμή το The Perfect Blue να πάρει την μορφή έντυπης έκδοσης ή αλλιώς photobook όπως ονομάζεται στο εξωτερικό.

 

Ήδη φαντάζομαι το τελικό αποτέλεσμα της έκδοσης να παίρνει μια χειροποίητη μορφή.

 

Το σίγουρο είναι πως σκοπεύω να ταξιδέψω το εξωτερικό (όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν) για να πάρω κα να μοιραστώ ιδέες με καλλιτέχνες και επαγγελματίες του χώρου σε διεθνές επίπεδο.

 

 

Μοιράσου μαζί μας ένα ποίημα που θα ήθελες να αποτυπώσεις σε φωτογραφία.

 

Τα τελευταία χρόνια διαβάζω συχνά ποίηση, ελληνική και παγκόσμια, ή την ακούω μελοποιημένη.

 

Πολλά από αυτά τα έργα να με συγκινούν βαθιά. Πρόσφατα, διάβασα τη συλλογή ποιημάτων «Γράμματα στην Αγαπημένη μου» του Τούρκου ποιητή Ναζίμ Χικμέτ.

 

Η απλότητα και αμεσότητα του λόγου του, όπως και το όραμά του που περιγράφεται μέσα στο έργο με άγγιξαν αμέσως.

 

Οι εικόνες που δημιουργούνται με την ανάγνωση των ποιημάτων είναι πολλές, και δεν είναι τυχαίο πως οι στίχοι αυτοί έχουν μελοποιηθεί από διάφορους συνθέτες.

 

Παραθέτω εδώ ένα μικρό απόσπασμα σε μετάφραση Γιάννη Ρίτσου:

Η πιο όμορφη θάλασσα

είναι αυτή που δεν έχουμε ακόμα ταξιδέψει.

Τα πιο όμορφα παιδιά

δεν έχουν μεγαλώσει ακόμα.

Τις πιο όμορφες μέρες μας

δεν τις έχουμε ζήσει ακόμα.

 

Αυτό που θα ήθελα να αποτυπώσω είναι η εικόνα της πιο όμορφης θάλασσας που δεν την έχουμε ακόμα ταξιδέψει, με άλλα λόγια την εικόνα της ουτοπίας και της ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο.

 

 

 

Η Καλλιόπη Λιαδή γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα και κατάγεται από τη Χίο. Σπούδασε ζωγραφική στο Brooklyn College (CUNY) στη Νέα Υόρκη (1990-1995) και έχει κάνει πολλές διαφορετικές διαδρομές στο χώρο της δημιουργικής έκφρασης. Όσες ολοκληρώθηκαν είχαν αίσιο τέλος, ενώ κάποιες εξελίσσονται ακόμα. Σημαντικοί σταθμοί αποτέλεσαν η εγκατάσταση της στη Χίο και η δημιουργία της πολιτιστικής δράσης «Αίθουσα Τεχνών Καλλιόπη» (2006 – 2014).

 

Τα τελευταία χρόνια μπήκε στον κόσμο της αφηγηματικής τέχνης που τώρα εξερευνά δημιουργώντας πια εικόνες με τον προφορικό λόγο.

 

Συνεργάστηκε με την πολιτιστική ιστοσελίδα “Απλωταριά”, κυρίως, ως παραγωγός της εκπομπής-podcast “Ανοιχτά Ημερολόγια” (2015-2018). Από το 2018 η εκπομπή μεταδίδεται κάθε Πέμπτη, 8-9μ.μ., στο διαδικτυακό “Πορτοκαλί Ραδιόφωνο”. Από το 2016 συντονίζει εικαστικά εργαστήρια για παιδιά στην “Ομάδα έκφρασης και παιχνιδοπλασίας Αερικό”.